» Ο Μάκης ∆ελαπόρτας µιλά για τους σταρ της “χρυσής” αυτής εποχής µε αφορµή την παρουσίαση του βιβλίου του αύριο στα Χανιά
Ένα γιγάντιο λευκό πανί και από πίσω η λάµψη. Οι σταρ της χρυσής δεκαετίας του ’60 έµελλαν να γράψουν ιστορία στη µεγάλη οθόνη και να γίνουν όχι µόνο “οι δικοί µου άνθρωποι” για τον Μάκη ∆ελαπόρτα αλλά και για όλο τον ελληνικό λαό µέχρι και σήµερα.
Ο γνωστός ηθοποιός και βιογράφος, µε αφορµή την παρουσίαση του βιβλίου – ηµερολογίου του ΤΑΣΕΗ “Η χρυσή δεκαετία του ‘60” το βράδυ της Τετάρτης στον ιστορικό κι αγαπηµένο του Κήπο στα Χανιά, µιλά στα “Χανιώτικα νέα” για τους αξέχαστους, µυθικούς σταρ µιας αλλοτινής εποχής, τα πρόσωπα που ο ίδιος ξεχώρισε αλλά και το πολύ διαφορετικό σήµερα…
Γιατί χαρακτηρίζετε ως χρυσή εκείνη τη δεκαετία; Τι κουβαλά για εσάς η «Ελλάδα που δυστυχώς δε µένει πια εδώ»;
Είναι µια δεκαετία που αγάπησα ιδιαίτερα και θα ήθελα το ’60 να ήµουν 20 χρονών και να είχα βιώσει όλη αυτήν την αναγέννηση ενός λαού που έβγαινε από µια γκρίζα κατάσταση. Πιστεύω πως τότε έγιναν µικρά “θαύµατα” στην τέχνη, στον πολιτισµό, τις επιστήµες κοκ. Επίσης, τότε ανέβηκαν ιστορικές παραστάσεις και θα ήθελα πολύ να έχω συµµετάσχει στην “Όµορφη πόλη” του Μίκη Θεοδωράκη ή στην “Οδό ονείρων” του Μάνου Χατζηδάκι. Μην ξεχνάµε πως µέσα από τα τραγούδια εκείνης της εποχής αναδύθηκαν και καθιερώθηκαν σπουδαίοι συνθέτες όπως ο Πλέσσας, ο Σπανός, ο Θεοδωράκης, ο Κατσαρός κ.ά.· τραγούδια που αντέχουν στον χρόνο κι είναι ακόµη και σήµερα αναπόσπαστα κοµµάτια µιας ολόκληρης εποχής. Όλη αυτή η εποχή ζει στις αναµνήσεις όσων την έζησαν και δυστυχώς έχει αλλάξει ο τρόπος ζωής των Ελλήνων, τα ήθη και τα έθιµα. Θεωρώ πως τα αθώα χρόνια του ’60 τα νοσταλγούν όσοι τα έζησαν αλλά και αυτοί που δεν τα έζησαν θα το ήθελαν.
Βρισκόµαστε στο 2024 κι όµως “αναπολούµε” πράγµατι περασµένες δεκαετίες, πρόσωπα κοκ. Ποια η ανάγκη πιστεύετε;
Υπάρχουν σήµερα σταρ τέτοιου βεληνεκούς; Εκείνα τα χρόνια ο άνθρωπος ήταν κοντά στον άνθρωπο, οι γειτονιές και τα σπίτια ήταν ένα, οι σχέσεις ήταν διαφορετικές. Οι ελληνικές ταινίες για αυτό αρέσουν µέχρι και σήµερα, γιατί καταγράφουν τη ζωή του ’60 µέσα από τύπους ανθρώπων που δεν υπάρχουν σήµερα – όπως για παράδειγµα η Γεωργία Βασιλειάδου, ο Ορέστης Μακρής, ο Βασίλης Αυλωνίτης κ.λπ. Η κυρά Καλλιόπη της γειτονιάς που υποδυόταν η Βασιλειάδου δεν υπάρχει σήµερα, το ίδιο κι η αγαπηµένη θεία της Ρένας Βλαχοπούλου. ∆εν υπάρχουν σήµερα σταρ τέτοιου βεληνεκούς διότι εκείνοι µυθοποιήθηκαν µέσα από το πανί της µεγάλης οθόνης. Στην µικρή οθόνη του κινητού της σύγχρονης εποχής δεν µπορεί να συµβεί αυτό και να καθιερωθούν τέτοιοι λαµπεροί σταρ. Τα µεγέθη είναι διαφορετικά, παρόλο που και σήµερα υπάρχουν καλοί ηθοποιοί και µεγάλα ταλέντα. Η υπερπροσφορά και οι ταχύτητες σήµερα είναι άλλες και δεν µπορούµε να σταθούµε σε συγκεκριµένα πρόσωπα.
Εσείς µε ποια προσωπικότητα “κουµπώσατε”; Φαίνεται πως είχατε µια ιδιαίτερη αγάπη στη Ρένα Βλαχοπούλου αλλά και στην Αλίκη Βουγιουκλάκη. Τι τη ξεχώριζε κι ο κόσµος συνεχίζει να τη λατρεύει;
Η Αλίκη ήταν η µεγάλη µου αδερφή, ο µέντοράς µου η οποία µε συµβούλευε, µε καθοδηγούσε σε δρόµους που µού ήταν άγνωστοι. Η Ρένα Βλαχοπούλου ήταν η γυναίκα που µε πίστεψε, µε στήριξε και ήταν πραγµατικά η αγαπηµένη δεύτερη µαµά µου. Αυτές οι δύο ήταν για εµένα οι καλές µου νεράιδες. Η αλήθεια είναι πως δεν µπορώ ούτε εγώ ο ίδιος να εξηγήσω την περίπτωση Βουγιουκλάκη, θεωρώ είναι κάτι το µεταφυσικό σχεδόν. Την ιδιαίτερη περίπτωση Βουγιουκλάκη δεν θα την ξαναδούµε για τα επόµενα 100 χρόνια. Ήταν ξεχωριστή, γεννήθηκε µε ένα αστέρι, ήταν ένας ήλιος λαµπερός που έδυσε δυστυχώς πολύ γρήγορα για εµένα αλλά και για όλους τους Έλληνες. ∆εν εξηγείται όλο αυτό λοιπόν και εδώ νοµίζω ταιριάζει το τραγούδι της Κούκα «Αν δε γεννηθείς αστέρι, η ζωή µην περιµένεις να σε ξέρει».
Ο κόσµος σας έχει συνδέσει µε τα µεγάλα ονόµατα και τις βιογραφίες που έχετε γράψει. Υπάρχει κάποια που ξεχωρίζετε;
Όλες οι ζωές έχουν ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Εκείνη όµως που µε δυσκόλεψε περισσότερο καθώς έπρεπε να ισορροπήσω και τα δικά µου συναισθήµατα ήταν η πολύ δραµατική ζωή της Έλλης Λαµπέτη. Πέρα από το γεγονός πως ήταν µια σπουδαία, αναγνωρισµένη ηθοποιός, πάλευε καθηµερινά µε τον καρκίνο για πολλά, βασανιστικά χρόνια. Νοµίζω µάλιστα ότι αυτό το συναίσθηµα το συµµερίστηκε και το αναγνωστικό κοινό γιατί η ιστορία της ζωής της ήταν περισσότερο δραµατική από των υπολοίπων.
Πλέον ο κόσµος δείχνει να αποµυθοποιεί πιο εύκολα. Έχουν κάτι το πιο οικείο οι ηθοποιοί πια ή παίζουν ρόλο τα social media και η συνεχής προβολή της ιδιωτικής ζωής;
Τους ηθοποιούς εκείνης της γενιάς ο κόσµος δεν τους έβλεπε ούτε τους άκουγε συχνά, το πολύ – πολύ σε κάποιο εξώφυλλο περιοδικού ή συνέντευξη. Η σηµερινή υπερέκθεση, που βλέπουµε κάθε µέρα πώς τρώει, πώς κοιµάται, πώς ξυπνάει ο άλλος, οδηγεί στην αποµυθοποίησή τους. Οι ηθοποιοί των περασµένων δεκαετιών ήταν ακριβοθώρητοι και καλώς έκαναν. Μάλιστα οι περισσότεροι, µε εξαίρεση την Αλίκη Βουγιουκλάκη που καθιέρωσε το star system στην Ελλάδα, ήταν πολύ σεµνοί και δεν συνειδητοποιούσαν αυτήν την προβολή. Ήταν εργάτες της τέχνης τους που πήγαιναν καθηµερινά για το µεροκάµατο για αυτό βλέπουµε τον ∆ιονύση Παπαγιαννόπουλο και τον Βέγγο να έχουν παίξει σε 130 ταινίες. ∆εν φανταζόντουσαν ότι 60 χρόνια µετά θα υπάρχουν και θα ενδιαφέρουν το κοινό. Ήταν πολύ προσιτοί κι απλοί άνθρωποι και πράγµατι δεν το πίστευαν αυτό καθότι ήταν κάτι που είχα συζητήσει µαζί τους. Η Βλαχοπούλου για παράδειγµα δεν πίστευε ότι ο κόσµος θα γελάει µέχρι και σήµερα µαζί της. Ούτε στα πιο τρελά τους όνειρα ότι τόσα χρόνια µετά θα είναι οι µύθοι µιας ολόκληρης εποχής. Κάποιες φορές µε ρωτούν πώς κι εγώ είµαι έτσι σεµνός και ταπεινός και απαντώ: «Μαθήτευσα δίπλα σε σπουδαίους ανθρώπους· όταν µαθητεύεις δίπλα στη Βλαχοπούλου και τον Ηλιόπουλο, την επιτοµή της σεµνότητας, δεν έχεις δικαίωµα να κοµπάζεις σήµερα για τίποτα».
Μοιραστείτε µαζί µας µια δική σας ιστορία της δεκαετίας του ’60…
Η πιο σηµαντική για µένα ανάµνηση είναι όταν ήµουν µόλις τεσσάρων ετών και µε πρωτοπήγαν οι γονείς µου να δω την ταινία “Χτυποκάρδια στο θρανίο”. Θυµάµαι πως όταν ήταν σβηστά τα φώτα δεν αισθανόµουν κάτι, µόλις όµως άνοιξαν κι άρχισε να κινείται µπροστά µου η οθόνη είπα πως αυτό θα ήθελα να κάνω στη ζωή µου και να γίνω µέρος της ιστορίας αυτών των ανθρώπων.
Ερωτευµένος µε το ελληνικό σινεµά αλλά και παιδί του θεάτρου. Που βλέπετε να βρίσκεται µετά από την εποχή του #metoo;
Νοµίζω πως το θέατρο βρίσκεται στην καλύτερή του φάση. Πολλές αξιόλογες παραστάσεις ανεβαίνουν καθηµερινά και ξεχωρίζουν οι καλύτερες αλλά και νέοι ταλαντούχοι ηθοποιοί. Η ιστορία βέβαια θα δείξει ποιοι από αυτούς θα αντέξουν στον χρόνο και θα µείνουν στη συνείδηση του κοινού. Το θέατρο το αγαπώ ιδιαίτερα λόγω της επαφής µε το κοινό, ο κινηµατογράφος όµως είναι οι αναµνήσεις µου και µε τα χρόνια έχω καταλάβει πως έχω ταχθεί για να “σώσω” την ιστορία του ελληνικού κινηµατογράφου και των ανθρώπων του. Θα την παραδώσω µέσα από ένα µουσείο που ετοιµάζω για τον ελληνικό κινηµατογράφο και θέλω να πιστεύω πως οι ιστορίες αυτών των σπουδαίων ηθοποιών θα ταξιδέψουν έτσι στις επόµενες γενιές. Μακάρι ένα παράρτηµα του µουσείου να εγκατασταθεί και στα Χανιά, καθώς έχω ήδη καταθέσει την πρόταση και αναµένω την σχετική απάντηση.