Πέμπτη, 18 Απριλίου, 2024

Ελλέβορος

Βιότοπος – περιγραφή:
Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι HELLEBORUS nigra (Ελλέβορος ο μέλας). Ανήκει στην οικογένεια των Ρανουγκουλιδών (βατράχια). Στη χώρα μας το συναντούμε με τις ονομασίες ελλέβορος, σκάρφη ή τρελλόχορτο. Φύεται σε υγρά και σκιερά μέρη, για αυτό το βρίσκουμε κάτω από άλλα φυρά όπως τον Κίστο τον κρητικό. Ο Ελλέβορος ο μέλας σπάνια συναντάται στη χώρα μας. Άλλα είδη του φυτού είναι ο Ελλέβορος ο λευκός και ο ελλέβορος ο κυκλόφυλλος (φύεται κύρια στην Οίτη, Κόρακα, Παρνασσό, Τυμφρηστό, Δίρφη).
Είναι ποώδες, πολύχρονο φυτό. Το ύψος του φτάνει τα 35 εκατοστά. Παλαιότερα είχε ευρεία χρήση για θεραπευτικούς σκοπούς. Σήμερα κύρια καλλιεργείται ως καλωπιστικό, για τα ωραία του άνθη. Κάθε ανθικό στέλεχος φέρει διαδοχικά δύο ή τρία μεγάλα άνθη, που κλίνουν προς τα κάτω και χωρίζονται σε 5 λευκά τμήματα, με ρόδινο συχνά χρώμα στην κάτω επιφάνεια. Το ρίζωμα του φυτού είναι κοντό και ο βλαστός του σχεδόν χωρίς φύλλα. Αναδίδει οσμή δυσάρεστη, που προκαλεί ναυτία, έχει γεύση πικρή, λίγο καυστική και λίγο στυφή. Το χρώμα του ριζώματος είναι απ έξω μαύρο και εσωτερικά λευκό. Τα φύλλα του 7-9 καταπράσινα και ωραία, σαν μπουκέτο, παχύσαρκα με μακρύ μίσχο, λογχοειδή και οδοντωτά. Εκ πρώτης όψεως είναι ένα φυτό που σε προσελκύει χωρίς φόβο. Είναι όμως ναρκωτικό και δηλητηριώδες.

Ιστορικά στοιχεία:
Τις θεραπευτικές ιδιότητες του Ελλέβορους του μέλανα τις γνώριζαν πολύ καλά οι αρχαίοι. Η ρίζα του φυτού χρησιμοποιείτο από τους αρχαίους είτε ως σκόνη είτε ως βάμμα εναντίον της μανίας, της καταθλίψεως και της επιληψίας. Επίσης ως θεραπευτικό του ύδρωπος, της αμηνόρροιας, των δερματικών παθήσεων και της ελμινθιάσεως.
Ο Διοσκουρίδης στο «περί ύλης ιατρικής» σύγγραμμα του το περιγράφει με φύλλα σαν του πλάτανου, με κοντό βλαστό και άνθη πορφυρά και ροδοειδή στο σχήμα, οι δε ρίζες του, οι οποίες χρησιμοποιούνται στη φαρμακολογία, είναι λεπτές, μέλαινες και μερικές φορές ξεκινούν από την κεφαλή σαν κρεμμύδι. Επίσης αναφέρει ότι φύεται σε τραχείς, κατάξερους και χωματώδεις τόπους. Αναφέρει ακόμη ότι φύεται συνήθως στον Παρνασσό, τον Ελικώνα και στα Αντίκυρα. Στο ίδιο σύγγραμμα αναφέρει ότι ανακατεύεται με φακές και ζωμούς για να χορηγηθεί ως καθαρτικό και ότι ωφελεί πολύ σε περιπτώσεις επιληπτικών, μελαγχολικών, μανιακών, αρθροπαθών και παραλυτικών. Επίσης ότι βοηθά στην αμμηνόρροια και χρησιμοποιείται για εκτρώσεις. Σε δερματικές παθήσεις συνιστά να χρησιμοποιείται ανακατεμένο με ξύδι στην ανακούφιση λειχήνων, λέπρας κ.α.
Στα συγγράμματα του Ιπποκράτη αναφέρεται συχνά ο «ελλέβορος ο μέλας» για αρκετές παθήσεις κυρίως ως καθαρτικό. Στο σύγγραμμα του «περί των εντός παθών» το αναφέρει στη θεραπευτική αντιμετώπιση διαφόρων ειδών ίκτερου, τύφου καθώς και σε παθήσεις του ήπατος που δημιουργούν παραισθήσεις (μαύρο ελλέβορο σε γλυκό κρασί). Επίσης στο «περί νούσων», 2ο σύγγραμμα, το χρησιμοποιεί για διάφορα είδη πνευμονίας.
Μετά τον Ιπποκράτη ο ελλέβορος κυριαρχεί στην θεραπεία της μανίας Οι μαθητές του Ιπποκράτη το χρησιμοποίησαν ευρύτατα σε ψυχοπάθειες προκαλώντας τον λεγόμενο «ελλεβορισμό» στο οποίο αναφέρεται ο Χάνεμαν στο σύγγραμμα του «The Lesser Writings». Σε αυτό το σύγγραμμα εκτός των άλλων επισημαίνει και την πληροφορία του Διοσκουρίδη για τη θεραπεία των θυγατέρων του Πρωτέα, που είχαν εκδηλώσει μανιακές κρίσεις, από τον Μέλαμπο, κατά τη Μυκηναϊκή εποχή, με τη χρήση του ελλέβορου του μέλανος.
Όπως δείχνουν οι αρχαίες μαρτυρίες, πρώτος εφήρμοσε την θεραπεία αυτή για τη μανία, ο σπουδαίος ιατρομάντης, ο Μελάμπους, και αποκαλύπτει την εξέχουσα θέση που κατείχε στην συνείδηση του αρχαίου κόσμου. Ο Μελάμπους, ο μελανοπόδης θεραπευτής και καθαρτής, μπορούσε να θεραπεύει τη μαύρη αρρώστια, τη μανία και τη μελαγχολία. Αυτός επέβαλε και το μελαμπόδιο. Ο μέλας ελλέβορος, παλαιό δυναμικό αποτροπαϊκό μέσο με έντονη καθαρτική δράση στο γαστρεντερικό σύστημα ταυτίστηκε με το μέσον που θα έπρεπε ένας αρχαίος θεραπευτής να χρησιμοποιεί, έγινε μελαμπόδιον και συνέχισε για αιώνες να ζει στην επίσημη Ιατρική.
Ο Έλληνας ιατρός Ηρόδοτος (τέλη του 1ου αιώνα μ.Χ.), ο Αρχιγένης στα χρόνια του αυτοκράτορα Τραϊανού και ο Αντίλλος τον 2ο αιώνα μ.Χ., ο Ορειβάσιος τον 4ο και ο Αφρικανός ιατρός Cassius Felix τον 5ον αιώνα, ο Αέτιος ο Αμιδηνός τον 7ο και ο Παύλος Νικαίος τον 8ο, ο Ιωάννης Σεραπίων Δαμασκηνός τον 9ο και ο Θεοφάνης Νόννος, ο Ιωάννης Μεσσούης και ο Αβικένας τον 10ο αιώνα, με μια εκπληκτική εμμονή, συνιστούν τον ελλέβορο για την θεραπεία της μανίας.
Κατά τον μεσαίωνα στη λαϊκή ιατρική το βότανο χρησιμοποιούνταν σε επιληψία, μελαγχολία, μανία, αρθριτικά, παράλυση, δερματικές παθήσεις και ως εμβρυοτοξικό.

Συστατικά-χαρακτήρας:
Όλα τα μέρη του φυτού περιέχουν σαπωνοσίδια, που δεν έχουν πλήρως προσδιορισθεί. Την ελλεβορεϊνη και την ελλεβορίνη, καθώς και ένα καρδενολίδιο, την ελλεβριγενίνη και μια πρωτοανεμονίνη (ακόρεστη λακτόνη).
Η ελλεβορίνη είναι καυστική με οξεία γεύση. Έχει ναρκωτικές ιδιότητες και παραλύει τόσο τους αισθητικούς όσο και τους κινητικούς νευρώνες. Προκαλεί συμπτώματα τύφου, παράλυση μυών, κατάρρευση και οιδήματα.
Η ελλεβορεϊνη έχει υπόγλυκη γεύση, είναι καθαρτικό και επιδρά στη καρδιά.

Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή:
Ανθίζει τον Δεκέμβριο και όλο τον χειμώνα μέχρι τον Απρίλιο. Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιείται το ρίζωμα του φυτού.

Θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις:
Η ελλεβριγενίνη χρησιμοποιείται στη βοτανοθεραπευτική σαν καρδιοτονωτικό φάρμακο, σαν συμπλήρωμα της διγιταλίνης και της στροφανθλίνης. Το ρίζωμα χρησιμοποιείται εναντίον ορισμένων ελκών του δέρματος.
Ως ομοιοπαθητικό φάρμακο χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις εκλαμψίας, επιληψίας, ορισμένων ψυχώσεων, μηνιγγίτιδας και εγκεφαλίτιδας. Επίσης σε ανία, αναποφασιστικότητα, άγχος, απελπισία, υπερκινητικότητα μυών του προσώπου και της κεφαλής. Οι παλιές χρήσεις του φυτού σαν καθαρτικό, τοπικό αναισθητικό και εκτρωτικό έχουν εγκαταλειφθεί, εκτός από την κτηνιατρική όπου το αφέψημα του φυτού χρησιμοποιείται για την καταπολέμηση της ψωρίασης.

Παρασκευή και δοσολογία:
Αποφεύγουμε την χρήση του βοτάνου. Υπάρχουν πολλά άλλα ασφαλέστερα βότανα για κάθε περίπτωση. Μόνο τα ομοιοπαθητικά σκευάσματα θεωρούνται ασφαλή στην εκάστοτε συνιστώμενη δοσολογία.

Προφυλάξεις:
Ο χυμός του φυτού προκαλεί στο δέρμα κοκκινίλες. Το βότανο προκαλεί τις ίδιες δηλητηριάσεις με την δακτυλίτιδα. Σε οξεία δηλητηρίαση εμφανίζονται αρχικά σιελόρροια, ναυτία, συνεχείς εμετοί, κοιλιακό άλγος, διάρροια, κράμπες στα πόδια, ωχρότητα, ίλιγγος, φωτοφοβία. Στην συνέχεια παραλήρημα, δύσπνοια, υπνηλία, λήθαργος, σπασμοί και θάνατος.

Σε χρόνια δηλητηρίαση προκαλεί διαταραχή της ροής του εγκεφαλονωτιαίου υγρού που οδηγεί σε λήθαργο και νωθρότητα στις αντιδράσεις. Επίσης, συμφόρηση περιφερική (ασκίτης, ανά σάρκα οίδημα, ολιγουρία και νεφρική ανεπάρκεια).

Υ.Σ.
Όλα τα προηγούμενα άρθρα της στήλης μπορούμε να τα βρούμε στη διεύθυνση www.herb.gr.
Επίσης αν κάποιος φίλος αναγνώστης γνωρίζει οποιαδήποτε θεραπευτική ιδιότητα βοτάνου του τόπου μας που δεν είναι ευρέως γνωστή ή έχει κάποιο ερώτημα μπορεί να το απευθύνει στην ηλεκτρονική διεύθυνση skouvatsos11@gmail.com


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα