«Οι φίλες µου, Ρένα και Ιωάννα Κουτσουδάκη, δύο κυρίες… µε τόση χάρη, καλλιέργεια και καλοσύνη που, ελλείψει καλύτερου επιθέτου, θα µπορούσαµε ίσως να τις αποκαλέσουµε ‘‘νεοκλασικές’’, όπως το σπίτι τους… ένα κοµµάτι του παρελθόντος της παλιάς µας Ευρώπης».
Οι λέξεις ανήκουν στον Ιταλό συγγραφέα Αντόνιο Ταµπούκι, τακτικό επισκέπτη του ξενοδοχείου «∆ώµα», που απολάµβανε το προνόµιο της παρέας των δύο αδελφών, της Ρένας και της Ιωάννας Κουτσουδάκη, οι οποίες απεβίωσαν πρόσφατα, αφήνοντας µεγάλο κενό στη ζωή όλων εκείνων που τις γνώρισαν.
Συνάντησα για πρώτη φορά τη Ρένα και την Ιωάννα, τις πολύ αγαπητές ιδιοκτήτριες του ξενοδοχείου «∆ώµα», το 2014. Από την πρώτη στιγµή µε ενέπνευσαν. Με έκαναν να συνειδητοποιήσω ότι η ιστορία τους ήταν τόσο ξεχωριστή, σε βαθµό που επιβαλλόταν να προσπαθήσω να τη µοιραστώ µε όλο τον κόσµο.
Οι αναµνήσεις τους από την περίοδο της Κατοχής περιγράφονται στο βιβλίο «Ο πόλεµος στα σπίτια µας» (Εταιρεία Κρητικών Ιστορικών Μελετών, σειρά «Μαρτυρίες», 2019) και σε ένα βιβλίο που έχω ο ίδιος εκδώσει, µε τίτλο «Ένα σπίτι στον χρόνο» (2023), χρονικό της ζωής και της ιστορικής κατοικίας τους.
Ήταν η γιαγιά της Ρένας και της Ιωάννας, η Ειρήνη Μαρµαράκη, που το 1933 αγόρασε το κτήριο στην οδό Ελευθερίου Βενιζέλου 124, το οποίο οι δύο αδελφές θα µετέτρεπαν αργότερα στο ξενοδοχείο «∆ώµα».
Χτισµένο τον 19ο αιώνα ως προξενείο της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, το «∆ώµα», µε τις πολλές µεταµορφώσεις του, αντανακλά σχεδόν ολόκληρη την σύγχρονη ιστορία της Κρήτης.
Το 1940, όταν η Ιωάννα ήταν επτά και η Ρένα δεκατεσσάρων ετών, οι βρετανικές στρατιωτικές αρχές έπεισαν τον πατέρα τους να τους ενοικιάσει το σπίτι τους. Η οικογένεια πήγε να ζήσει µε συγγενείς και η κατοικία της µετατράπηκε σε βρετανικό υποπροξενείο.
Όταν τα Χανιά έπεσαν στα χέρια των Γερµανών, τον Μάιο του 1941, οι γερµανικές δυνάµεις επίταξαν το πρώην βρετανικό υποπροξενείο και το µετέτρεψαν σε περιφερειακό κέντρο διοίκησης. Τέσσερα χρόνια αργότερα ήρθε η απελευθέρωση των Χανίων, αλλά η οικογένεια Κουτσουδάκη δεν έµελλε να επιστρέψει στο σπίτι της, καθώς αυτή τη φορά πέρασε και πάλι στους Βρετανούς. Μόνο στα τέλη της δεκαετίας του 1940, η οικογένεια κατάφερε να ανακτήσει την κατοικία της.
Οι δρόµοι της Ιωάννας και της Ρένας χώρισαν τη δεκαετία του 1950. Το 1952 η Ρένα παντρεύτηκε τον Νίκο Βαλυράκη, έναν αξιοσέβαστο οδοντίατρο, ενώ η Ιωάννα πήγε στην Ιταλία για να σπουδάσει στη Σχολή Καλών Τεχνών της Ρώµης. Το 1967 επέστρεψε στην Ελλάδα και άνοιξε ένα κατάστηµα υφασµάτων στο Κολωνάκι. Το ονόµασε «∆ώµα».
Αργότερα, η Ιωάννα, εµπνευσµένη από τα ταξίδια της στην Ιταλία, όπου είχε µείνει πολλές φορές σε µεγαλοπρεπείς κατοικίες που είχαν γίνει ξενοδοχεία, πρότεινε να µετατρέψουν κι εκείνες το σπίτι τους σε ξενοδοχείο.
Τον ∆εκέµβριο του 1971 το ξενοδοχείο «∆ώµα» άνοιξε για πρώτη φορά τις πόρτες του και στα χρόνια που ακολούθησαν η φήµη του ως ένα από τα πιο διακεκριµένα ξενοδοχεία στην Ελλάδα ολοένα και µεγάλωνε. Μεταξύ των επισκεπτών του συγκαταλέγονταν καλλιτέχνες, διασηµότητες, πολιτικοί και ποιητές, οι οποίοι έλκονταν από την ιστορία του ξενοδοχείου και γοητεύονταν από τις σπάνιες και γεµάτες αρχοντιά οικοδέσποινες.
Η Ιωάννα συνέχισε τις περιπλανήσεις της σε όλο τον κόσµο και ιδιαίτερα στην Ασία και την Άπω Ανατολή. Σε αυτά τα ταξίδια συγκέντρωσε, µεταξύ άλλων, καπέλα και καλύµµατα κεφαλής, τα οποία αποτέλεσαν µια εξαιρετική συλλογή που εκτέθηκε στο Μουσείο Μπενάκη. Η Ρένα αφιέρωσε τη ζωή της στο ξενοδοχείο, το οποίο και διηύθυνε ακούραστα και µε όλη της την αγάπη για περισσότερα από 50 χρόνια, καλωσορίζοντας κάθε επισκέπτη και φροντίζοντας προσωπικά και την τελευταία λεπτοµέρεια, µέχρι το τέλος.
Ας ελπίσουµε ότι το «∆ώµα» θα συνεχίσει να στέκει περήφανο και να εµπνέει όσους το επισκέπτονται, καθώς φέρει τους απόηχους όλων των ιστοριών του. Για όλους εµάς που είχαµε την τύχη να τις γνωρίσουµε, η Ιωάννα και η Ρένα άγγιξαν τις ζωές µας µε τρόπο µοναδικό. Θα σας θυµόµαστε πάντα. Αναπαυθείτε εν ειρήνη, αγαπητές αδελφές.
Μετάφραση από τα αγγλικά:
Σοφία Τρουλλινού.


