Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024

Αγρυπνούσε ηθελημένα…

Καμάρι πάνε τα ωζά, στολή πάνε οι γι αίγες/ μα πλια στολή ‘ναι οι γ’ εδικοί όντε μονομεριάζουν…/ Ήθελα να τραγουδούσαμε κάποια στιγμή μαζί στο Νίππος, αυτό το ριζίτικο που μιλά στο τέλος για τον θείο και τον ανιψιό. Δεν το αξιωθήκαμε. Ήθελα να ‘ναι αυτός που θα μ’ αποχαιρετούσε, ωστόσο αντίθετα ήρθαν τα πράγματα… Για τον ανιψιό μου, τον αρχιτέκτονα, ποιητή Νικόλα Κακατσάκη που έφυγε τις προάλλες για το άλλο ημισφαίριο της ζωής, στα 51 του χρόνια, ο λόγος. Θλίψη, απέραντη θλίψη για τη μάνα του, μια “Μάνα Κουράγιο”, τον αδελφό του, τους συγγενείς και τους φίλους του, μα και για όλη την πόλη των Χανίων που κι αν την ύμνησε σε ποιήματα του! «Πόλη/ στης πιο παλιάς σου εκκλησίας τα κλίτη έμεινα ακίνητος ώρες/ στις προσταγές ενός ισχυρού προγόνου/ εγώ ο αεικίνητος μικρός/ έσκυψα στο τέμπλο σου/ να δω την αρχαία σου εικόνα/ και μετά σκαρφάλωσα στον τρούλο σου». Τα που γράφει, μεταξύ των άλλων, σ’ ένα από αυτά, στην πρώτη ποιητική του συλλογή που έχει τίτλο “Αρχιτέκτονας αυτοβιογραφείται”.

“Συνθλιπτήρες” ο τίτλος της δεύτερης ποιητικής δημιουργίας του Νικόλα Κακατσάκη, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις “Σμίλη”. Δυο χρόνια μετά την πρώτη και ύστερα από την έκδοση δύο συλλογών από 8 μικρές ιστορίες με 121 λέξεις η κάθε μία. Επιμένει να αυτοβιογραφείται ο αρχιτέκτονας – ποιητής ή ο ποιητής – αρχιτέκτονας αν προτιμάτε, η πρώτη σκέψη που κάνω με το που ανοίγω το βιβλίο και κάνω στάση στην προμετωπίδα: «Έγραψα ποιήματα πολλά/ για τις αγρυπνίες μου στο σπίτι/ μετά θυμήθηκα πως αγρυπνούσα/ ηθελημένα μέρες με σκοπό να γράψω». Χρησιμοποίησα και αυτό το απόσπασμα από την παρουσίαση της εν λόγω συλλογής του στη στήλη πριν από 10 μήνες (3 Αυγούστου 2020), στον αποχαιρετισμό μου, στην εκκλησία των Αγίων Πέτρου και Παύλου Χανίων.

«Περπάτησε με το σκουντρί/ στο χέρι/ για λίγα μέτρα και για δυο αιώνες/ Τη γενιά του/ μεγάλωσε/ λεύτερη/ αυτός ο μεγάλος/ εμάς τους μικρούς μας μέτρησε/ και του φανήκαμε ακόμα λίγοι/ για το καπετανιλίκι του/ άπλωσε το λάβαρο/ του αγώνα/ στον Πύργο της Μαλάξας/ από πρωί σε πρωί και το βράδυ/ μέσα σε πολέμου χαμό/ μα το Θεό/ Μέγα Ανδραγάθημα και ονομάστηκε/ Θεοκλής”. Ένα από τα ποιήματα του Νικόλα και το “Παραλογή” που έγραψε για έναν πρόγονό μας οπλαρχηγό. Τον περιμένει κι αυτός μαζί με τον πατέρα του, και τους πολλούς μας, στη Χώρα των Μακάρων. Καλό σου ταξίδι, ανιψιέ!

«Ο Ιούνιος της δικής μου υπαίθρου»

«Η εξοχή βρισκόταν στην ήβη/ και το πράσινο ασελγούσε/ κραυγές τροπαιοφόροι θηριωδίας/ έσερνε ο Ιούνιος της υπαίθρου./ Πιανόταν και πηδούσε από κλαδί δέντρων και αισθήσεων./ Ταρζάν ταινίας μικρού μήκους/ που κυνηγάει αθέατα θηρία στη μικρή ζούγκλα μιας ιστορίας. Το δάσος υποσχόταν πουλιά και φίδια/ Δηλητηριώδης αφθονία αντιθέτων/ το φως έπεφτε καταπέλτης, σε ό,τι δεν ήταν φως/ κι η ερωτομανής λαμπρότης/ παράφορα φιλούσε κι ό,τι δεν ήταν έρωτας, μέχρι και τη δική σου συνοφρύωση». Από το ποίημα της Κικής Δημουλά «Ζούγκλα».

Ιούνιος, λοιπόν… και μόνο που τον σκεφτόμαστε, από τις πρώτες, κιόλας, μέρες του Μάη, γινόμασταν από ένα χαμόγελο το καθένα μας, όταν ήμασταν παιδιά- και τα αγόρια και τα κορίτσια. Ιούνιος, ο μήνας που, αφού κάναμε τη γιορτή των “εξετάσεων”, θα έκλεινε το σχολείο και… φτου ξελευτερία. Ιούνιος, ο μήνας που αφού αποθερίζαμε, θα αλωνεύαμε τα σταροκρίθαρα – να κάνουμε “δούλες” στον βολόσυρο ντάλα μεσημέρι η καλύτερη μας. Ιούνιος ο μήνας τ’ Αγίου Πνεύματος για μας τα Κατουνιαράκια – Κατούνες, το όνομα της γειτονιάς μου στο Νίππος, και που την περιμέναμε πώς και πώς, για να “μπέψουμε” με μια μεγάλη “φουντάνα” αποσπέρας της Χάρης του τα χαιρετίσματά μας σε άλλα Άγια Πνεύματα της Μαδάρας. Ιούνιος ο μήνας που θα ανάβαμε τα “φουντανάκια” του Άϊ-Γιάννη και θα βγάναμε τους κλειδόνους όλοι μαζί οι γειτόνοι, κάτω απ’ τη μουρνιά του Γαλάνη. Ιούνιος ο μήνας που εμείς τ’ αγόρια θα μετακομίζαμε “στις καλύβες” που θα κάναμε στις σταφίδες μας, για να φυλάμε τα σταφύλια απ’ τα πουλιά την ημέρα και από τους αρκάλους τη νύχτα. Ιούνιος· μήνας που θα βγάζαμε και το χαρτζιλίκι μας πουλώντας την αρίγανη που θα μαζώναμε…

Για τον Ιούνιο της υπαίθρου, που τον φαντάζεται σαν “Ταρζάν σε ταινία μικρού μήκους”, ο λόγος στο ποίημά της “Ζούγκλα” από την Κική Δημουλά. Απ’ αυτό η “έμπνευση” για να γράψω όσα έγραψα παραπάνω για τον Ιούνιο των παιδικών μου χρόνων, έτσι όπως επιμένω να τον κουβαλάω μαζί με όλα τα “πολύτιμα” στο πιο φωτεινό διαμέρισμα της μνήμης. Ευλογία για μένα η επιστροφή στις εικόνες και στους ήχους του, στα χρώματα και τα αρώματα του, ενώ ο κορωνοϊός επιμένει να μας ταλαιπωρεί. Από θύμηση σε θύμηση… Από κλαδί σε κλαδί… Όπως τον Ταρζάν σε ασπρόμαυρη ταινία μικρού μήκους!


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα