Α. Το χωριό Εμπρόσνερος Αποκορώνου
Το χωριό Εμπρόσνερος ή Μπρόνιερος βρίσκεται στην επαρχία Αποκορώνου Χανίων, στους πρόποδες των Λευκών Ορέων. Η προέλευση της λέξης Εμπρόσνερος, οφείλεται στις πολλές πηγές και στα τρεχούμενα νερά που διαθέτει το χωριό. Απ’αυτά τα νερά που πρωτοσυναντά κανείς όταν εισέρχεται στο χωριό, τα «εμπρός νερά», πήρε το όνομα Εμπρόσνερος.
«Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, η ονομασία του χωριού σχετίζεται με την απόδοση εκτάσεων σε στρατιωτικούς που είχαν συμμετάσχει στην εκστρατεία ανακατάληψης της Κρήτης. Οι εκτάσεις αυτές ονομάζονταν προνόμιες και οι κάτοχοί τους προνοητές ή Αποκόρωνας, ταξίδι στη φύση και την ιστορία, προνοιάτες, ονομασία που φαίνεται να εξελίχτηκε με την πάροδο του χρόνου σε Προνερίτες, απ’όπου λέγεται ότι προέκυψε η σύγχρονη ονομασία του χωριού»1.
«…η αρχαιότερη μνεία του χωριού αναφέρεται σε έγγραφο του 1335.Το χωριό Brusnero, positi in Oxomorea (= Oxomerea), Όξω μεριά, Ομπρό μεριά, ήταν φέουδο του λατινικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, και το είχε ενοικιάσει η Beriola uxor (σύζυγος) του ser Raynerij Geno, εγγονή του γνωστού Κρητικάρχη Αλεξίου Καλλέργη…»2.
Το Εμπρόσνερο αποτελείται από οκτώ οικισμούς (γειτονιές). Τον Άγιο Θυμώτη, το Τρουλί, τα Μαρουδιανά, το Μεσοχώρι, το Κατωχώρι, τη Σαρακήνα τα Θυμιανά και τον Κατσοχείρο3.
Β. Η γειτονιά Άγιος Ευθύμιος

Η γειτονιά Άγιος Ευθύμιος (Άγιος Θυμώτης), βρίσκεται ανατολικά του χωριού Εμπρόσνερος Αποκορώνου, στις υπώρειες των Λευκών Ορέων. Σύμφωνα με την παράδοση, «η γειτονιά αυτή ήτονε πρωτοκατοικημένη στο Μπρόνιερο γιατί εμπορούσανε αυτοί που κατοικούσανε εκεί να φύγουνε κιόλας. ΄Ητανε τα βουνά κοντά κι εμπαίνανε στα όρη και φεύγανε όταν ερχόντανε οι Τούρκοι»4. Ο προστάτης Άγιος του οικισμού είναι ο Άγιος Ευθύμιος, που έδωσε το όνομά του στην ονομασία του οικισμού. Ήταν ένα μικρό μονόκλιτο εκκλησάκι αριστερά και στην άκρη της γειτονιάς, αφιερωμένο στον Άγιο Ευθύμιο. Σήμερα στην Κρήτη γνωρίζουμε δύο ναούς του Αγίου Ευθυμίου. Έναν στον Εμπρόσνερο Αποκορώνου και έναν στο αόρη του χωριού Νίβρητος Ηρακλείου.
Την αρχαιότερη προσωπογραφία-τοιχογραφία του Αγίου Ευθυμίου στην Κρήτη, συναντήσαμε στον βυζαντινό τρίκλητο ναό του Αγίου Παντελεήμονα του χωριού Μπιτζαριανώ Πεδιάδος. Ο ναός χρονολογείται από το 10ο αιώνα, είναι μία τρίκλιτη βασιλική με δυο σειρές κιονοστοιχιών. Πιθανολογείται ότι κατά την αρχαιότητα, στη
θέση του ναού υπήρχε ασκληπιείο. Τα κλίτη είναι αφιερωμένα στον Άγιο Παντελεήμονα, τη Ζωοδόχο Πηγή και τον Άγιο Ιωάννη5.
Γ. Η έναρξη της Επανάστασης του 1821
Οι κάτοικοι του Εμπρόσνερου, ανήσυχοι στο πνεύμα και επαναστάτες, πολλές φορές έρχονταν σε ρήξη με τους τούρκους της περιοχής του Αποκορώνου. Αρκετοί Εμπροσνερίτες ήταν Χαϊνηδες6 και οι συγκρούσεις μεταξύ Εμπροσνεριτών και Τούρκων, ήταν συχνές. Ονομαστοί Οπλαρχηγοί Εμπροσνερίτες με μεγάλη δράση στα χρόνια της τουρκοκρατίας ήταν ο Ιωάννης Γιαναράκης ή Γιασεμής7 και ο Θοδωρής Ξενάκης ή Μαυροθοδωρής8.
Στο Εμπρόσνερο βρίσκονταν και ο Πύργος, (ένας Ενετικός πύργος), ενός βάρβαρου και τυράννου γενίτσαρου τουρκοκρητικού, του Ιμπραήμ Αληδάκη που το 1774 τον εξόντωσαν μαζί με τους φρουρούς του οι Σφακιανοί9.
Ως αφετηρία έναρξης της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 στην Κρήτη, ορίζεται η
Μεγάλη Πέμπτη 7 Απριλίου 1821. Σε σύναξη των Σφακιανών στην περιοχή «Γλυκά Νερά» Σφακίων, αποφασίστηκε να ξεκινήσουν οι διαδικασίες για την έναρξη της Επανάστασης στην Κρήτη. Η περιοχή Γλυκά Νερά, βρίσκεται μεταξύ της Χώρας Σφακίων και του χωριού Λουτρού.
Μία εβδομάδα αργότερα, την Παρασκευή 15 Απριλίου 1821, οι Σφακιανοί ξανασυναντήθηκαν στο Λουτρό, καλώντας και τους προκρίτους από διάφορα χωριά της Κρήτης. Η απόφαση για τη συμμετοχή της Κρήτης στον αγώνα είναι ομόφωνη και ορίζεται το Λουτρό ως έδρα της Επανάστασης10.
Τη Δευτέρα 21 Μαΐου 1821, σε νέα συνεδρίαση στο Λουτρό, δημιουργείται η «Καγκελαρία» από προκρίτους των Σφακίων. Το έργο της «Καγκελαρίας» ήταν σημαντικό για την έναρξη του αγώνα, όπως να συγκεντρώσει όπλα και πολεμικό υλικό, να μεριμνήσει για την εύρεση οικονομικών πόρων, να οργανώσει του πολεμιστές, να προστατέψει τους αμάχους, να δημιουργήσει έναν τοπικό υγειονομικό σταθμό στο Λουτρό, να επικοινωνεί και να συνδιαλέγεται με τους επαναστάτες της ηπειρωτικής Ελλάδας, να μεταφέρει τα νέα του αγώνα σε κάθε χωριό της Κρήτης.
Την Τρίτη 29 Μαΐου 1821, σε λαϊκή σύναξη στον ναό της Παναγίας της Θυμιανής Σφακίων, η επανάσταση έλαβε τη «λαϊκή εντολή» και έτσι αυτή η ημέρα ορίζεται ως ημέρα έναρξης της Επανάστασης στην Κρήτη.
Δ. Η μάχη Καβαλαρέ – Πλακιά και ο Άγιος Ευθύμιος (Άγιος Θυμώτης)
Η προφορική παράδοση, διασώζει μάχη στη θέση Καβαλαρέ – Πλακιάς, μεταξύ των χωριών Εμπρόσνερου και Βαφέ, στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης 1821-1830. Οι απώλειες των Τούρκων ήταν πολλές. Ο διοικητής των τουρκικών δυνάμεων με έδρα τον Βάμο, διέταξε αντίποινα και τουρκικός στρατός κατευθύνθηκε στο Εμπρόσνερο. Το επόμενο πρωί, κάτοικοι της γειτονιάς Άγιος Ευθύμιος (Άγιος Θυμώτης) του Εμπρόσνερου, (κυρίως ηλικιωμένοι), βρίσκονταν εντός του ιερού χώρου της εκκλησίας. Με αιφνιδιασμό οι τούρκοι κύκλωσαν την εκκλησία συνέλαβαν τους πιστούς και τους κατέσφαξαν. Συγχρόνως λεηλάτησαν και μισογκρέμισαν τον ναό. Οι Εμπροσνερίτες, λόγω της σφαγής, εγκατέλειψαν τον ναό στην τύχη του και ο χρόνος τον μετέτρεψε σε ερείπια. Θεώρησαν ότι ο Άγιος Ευθύμιος «θύμωσε» με τη σφαγή και του προσέδωσαν το όνομα «Άγιος Θυμώτης». Δεν ξαναλειτούργησαν στον Άγιο Θυμώτη και στα μέσα της δεκαετίας του’30 τον ξανάχτισαν σε άλλο μέρος, πολύ κοντά στην παλιότερη θέση του. Από τότε, ο Άγιος Ευθύμιος, αποτελεί και πάλι τον Άγιο-προστάτη του οικισμού Άγιος Θυμώτης του Εμπρόσνερου.
Για τη μάχη αυτή καθώς και την ονομασία του Αγίου Ευθυμίου σε Άγιο Θυμώτη, σημαντικές είναι οι μαρτυρίες που ακολουθούν :
«…οι Τούρκοι μια χρονιά, μια ποιο ακριβώς δε ξέρω, πάντως στην Επανάσταση το χίλια οχτακόσα, έστελναν στρατό από το Βάμο κι ο πασάς κι ερχόντανε εδώ. Ο στρατός είχε να κάμει με τσι Μπρονιερίτες και πειράζανε τσι δικούς μας, εσκοτώνανε, επαίρνανε τα ζώα, τσι κοπελιές. Επήγανε οι Τούρκοι μεταξύ Βαφέ και Μπρονιέρου το λένε στου Πλακιά. Εκεί επήγανε οι Τούρκοι. Κι επήγανε κι οι δικοί μας κι εστέξανε μπροσκάδα τω Τουρκώ. Ο πασάς μια μέρα ειδοποίησε ότι αύριο θα’ρθω στο Μπρόνιερο μόνο να’χετε σφαμένα οζά να φάει το ασκέρι. Ήτανε ένας Γιάνναρης Δήμαρχος και τον ειδοποίησε και του’λεγε θέλω το φαητό έτοιμο για τσι στρατιώτες μου. Και ειδοποιεί ο πασάς ότι αύριο θαν έρθω στο Μπρόνιερο. Ο Δήμαρχος είχε ένα γιο. Που πρέπει να’τονε του πατέρα μου ο παππούς. Απ’ότι ελέγανε οι γερόντοι. Κι έκανε το παιδί παρέα με Χαϊνηδες, αντάρτες δικούς μας. Και τον ήλεγε αύριο θα’ρθουνε οι Τούρκοι και θα φάνε τα οζά μας. Κι αυτό το παιδί ήτανε βοσκός. Και λέει ένας από τσι αντάρτες, μωρέ να πάμε να τσι μπλοκάρομε στη πέρα μπάντα να τσι σκοτώσωμε. Κι επήγανε στη Καβαλαρέ, μεταξύ Μπρονιέρου και Βαφέ, στο Πλακιά. Και τσι αποδεκατίσανε. Σκοτώνουνε τσι Τούρκους και ειδοποιείται ο πασάς ότι εσκοτώσανε το στρατό. Κάθε τόσο ήλεγε στσι Μπρονιερίτες αύριο θα’ρθω και θα κάμω και θα δείξω και του λέγανε κι αυτοί όντε θέλεις έλα μα εμείς εδώ είμαστε.
Μια βραδιά αποφασίσανε οι Τούρκοι από του Βάμου να’ρθουνε στο Μπρόνιερο να σκοτώσουνε τσι Μπρονιερίτες. Και πήγανε την άλλη μέρα στον Άγιο Θυμώτη, εκειά που’ναι η εκκλησία του Αγίου. Και πιάσανε τσ’αθρώπους που εκρύβουντανε μέσα και τσι σκοτώσανε. Και δεν εξαναλειτουργήθηκε η εκκλησά μέχρι που χάλασε. Και τόνε ξαναφτιάξανε από την αρχή. Αυτή η εκκλησά ήτανε στο χωράφι τω Φραγκιάδω, τω γονέω τση μάνας τση πεθεράς σου τώρα. Επερνούσαμε με το πατέρα μου όντε τήνε χτίζανε και μίλησε στσι μαστόρους. Και θυμούμαι τσι μαστόρους. Ένας Κλάπας από τον Άγιο Θυμώτη, τόνε παρατσουκλιάζανε Βολιωνή και ο άλλος ήτανε ο Κουτούτος, του καφετζή που έχομε επαέ στη πλατέα στο πλάτανο ο πατέρας. Τσουπάκης Χαράλαμπος. Εγώ ήμουνε πέντε έξε χρονών και τόσε λέει ο πατέρας μου χτίζετε μωρέ τον Άγιο, μα κακός χωριανός ήτανε, μα μια που τα βρήκαμε ετσέ δα, ετσέ θα τα λαλούμε. Επειδή έγινε η σφαγή, οι χωριανοί τόνε παρετήσανε και βούλιαξε και δεν τον εθέλανε. Και τόνε λειτουργήσανε άμα ετέλειωσε, τόνε ξαναλειτουργήσανε και ήρθε και ο Δεσπότης και τον εθρόνιασε. Και από Άγιος Ευθύμιος έγινε Άγιος Θυμώτης. Η γειτονιά αυτή ήτονε πρωτοκατοικημένη στο Μπρόνιερο γιατί εμπορούσανε να φύγουνε κιόλας. ΄Ητανε τα βουνά κοντά κι εμπαίνανε στα όρη και φεύγανε όταν ερχόντανε οι Τούρκοι…»11.
……………………
«…τον πατέρα μου τόνε λέγανε Μανούσο Μαρκάκη και τη μάνα μου Αικατερίνη. Η μάνα μου ήταν η δεύτερη γυναίκα του πατέρα μου, γιατί η πρώτη του γυναίκα η Δέσποινα, είχε ποθάνει. Με τη πρώτη του γυναίκα, ο πατέρας μου έκαμε τέσσερα παιδιά. Τρία παλικάρια, το Γιάννη, το Γιώργη το Μιχάλη και μια κοπελιά, τη Μαρία. Με τη δεύτερη γυναίκα, τη μάνα μου δα, έκαμε μόνο εμένα. Το σπίτι μας ήτονε στον Άγιο Θυμώτη. Και του παππού μου του Φραγκιά ήτονε στον Άγιο Θυμώτη. Η μάνα μου ήτανε από τσι Φραγκιάδες. Ο πατέρας μου είχε πάει στη Μακεδονία με το Τσόντο από του Ασκύφου και επολέμησε τσι Βουλγάρους. Ο πρώτος μου αδερφός ο Γιάννης ήτονε πέντε πήχες ύψος, τον είχε φρουρό ο Λευτέρης ο Βεντζέλος. Και όντε του έκαμε την απόπειρα να τόνε σκοτώσει ο Καραθανάσης το Βεντζέλο το 1933, επήρε τσι σφαίρες ο αδερφός μου ο Γιάννης. Έζησε στο νοσοκομείο δυο βδομάδες και ύστερα επόθανε. Εχάσαμε το παλικάρι μας κι εδά τόνε στέσανε οι χωριανοί μου στον Άγιο Θυμώτη άγαλμα12.
Τα άλλα δυο μου αδέρφια, το Γιώργη και το Μιχάλη τα σκοτώσανε τη κατοχή οι Γερμανοί. Τον ένα τόνε εκτελέσανε στον Άγιο Αντρέ στο Ρέθυμνο13 που είχε πάει να δει την αρραβωνιαστικιά του, αυτή ήτονε από τον Άγιο Αντρέ. Το Μιχάλη τονε χτύπησε ένα γερμανικό αυτοκίνητο στο Ρολόι στα Χανιά14.
Ο πατέρας μου μετά που εγυρίσανε από τη Μακεδονία οι εδικοί μας, μια βραδιά εζυγώξανε οι χωροφυλάκοι ένα κλέφτη των οζώ και επέσανε απάνω στο πατέρα μου το Μανούσο και τόνε σκοτώσανε δια γνώρας. Εθάρου πως ο κλέφτης ήτονε ο πατέρας μου και μέσα στα σκοτάδια τόνε πυροβολήσανε. Εγώ ήμουνε μικρό παιδί, θυμούμαι όμως πως οι ίδιοι οι χωροφυλάκοι εφέρανε το πατέρα μου στο σπίτι μας στον Άγιο Θυμώτη και τον είχανε τυλιμένο σε μια κουβέρτα. Ενοίξανε τη πόρτα και τον επετάξανε τση μάνας μου χάμε, δίχως να βγάλουνε κουβέντα. Η μάνα μου η Κατερίνη, κοπελιά, εστενοχωρήθηκε πολύ και μετά από δυο χρόνια επέθανε κι αυτή από το καημό τση. Εγώ δεν είχα γραφτεί ακόμη στο σχολειό. Και είχα ένα μπάρμπα Τζαμπράκο τόνε λέγανε και με πήρε στο σπίτι του και με μεγάλωσε η θεια μου. Δεν είχανε παιδιά κι επήρανε εμένα όντεν απόμεινα ορφανή. Τότε μου βάλανε πρώτη φορά μαύρα ρούχα. Εξανάβαλα στο θάνατο τση μάνας μου, στο σκοτωμό του Γιάννη μας, και στσι σκοτωμούς του Γιώργη και του Μιχάλη. Μέχρι τα τριάντα πέντε χρόνια μου, θυμούμαι κι εφόρουνα μόνο μαύρα. Μόνο μαύρα ρούχα είχα. Κι ένα μαύρο μαντήλι στη κεφαλή.
Θυμούμαι τη γιαγιά μου αλλά και τη θεια μου τη Τζαμπράκενα και με παίρνανε πολλές φορές και επηγαίναμε σε ένα χωράφι που εφαίνουντανε ότι εκειά ήτονε τα παλιά χρόνια μια εκκλησία. Γιατί είχανε βάλει ένα καντήλι στα χαλάσματα αλλά εφαίνουντονε ότι ήτανε εκκλησία. Και ήναφτε η θεια και η γιαγιά μου η Φραγκιάδενα το καντήλι. Και ερώτηξα μια φορά τη γιαγιά μου :
-Μα ηντά’ναι επαδέ γιαγιά ;
Κι αυτή μου απάντησε :
Αυτή η εκκλησά είναι ο Άγιος Ευθύμης που τόνε κάψανε οι Τούρκοι στην Επανάσταση κι εσκοτώσανε τσι χωριανούς μας από τον Άγιο Θυμώτη, που ήτονε μέσα. Το χωράφι που είναι χτισμένος ΄Άγιος είναι δικό μας, τω Φραγκιάδω. Στο χωράφι μας ήτονε χτισμένος ο Άγιος.
-Πε μου γιαγιά την ιστορία με τσι Τούρκους, την επαρακάλουνε εγώ κάθε φορά που επηγαίναμε να νάφτουμε το καντήλι.
-Όντεν αρχίνηξε η Επανάσταση, οι Μπρονιερίτες ήτανε πηγαιμένοι όλοι. Κι επολεμούσανε τσι Τούρκους. Κακό πράμα ήτανε οι Μπρονερίτες του Αη Θυμώτη. Παλικάρια που δεν εφοβούντανε πράμα. Και εσμίξανε οι πασάδες τση Κρήτης, ο Ηρακλειώτης, ο Ρεθεμνιώτης και ο Χανιώτης και εγυρίσανε να περάσουνε τον Αποκόρωνα να βγούνε στα Σφακιά. Εθέλανε να κάψουνε οι Τούρκοι τα Σφακιά.
Ετότες εγίνηκε μια μάχη όξω από το Μπρόνιερο, προς το Βαφέ. Και οι Μπρονιερίτες ενικήσανε τσι τούρκους. Και μετά επέρασε το τούρκικο ασκέρι από το χωριό. Οι εδικοί μας εφύγανε προς τα όρη αλλά αφήκανε τσι γερόντους επαδέ. Κι εμπήκανε κάμποσοι στην εκκλησία, στον Άγιο Ευθύμη. Να χωστούνε. Εθαρρούσανε πως θα περάσουνε οι Τούρκοι και δε θα τσι δούνε. Κι εμπήκανε οι τούρκοι στην εκκλησά κι επιάσανέ τσι όλους και τσι περάσανε από το μαχαίρι. Και τε ύστερα εκάψανε και την εκκλησά και τη γκρεμίσανε.
Εγίνανε κι άλλα πολλά φονικά στα γύρω χωριά κι όντεν εκαταλαγιάσανε οι μάχες κι είδανε οι χωριανοί την εκκλησία γκρεμισμένη και τσι δικούς μας σφαμμένους, μανίσανε του Αγίου. Κι από Άγιο Ευθύμη τον εβγάλανε Άγιο Θυμώτη. Και δεν εθέλανε να τήνε ξαναχτίσουνε. Παρά επεράσανε πολλά χρόνια, εγώ είχα παντρευτεί στη Λιτσάρδα και αποφασίσανε να τη ξαναχτίσουνε. Αλλά πιο πέρα, σε άλλο χωράφι πάλι δικό μας, τω Φραγκιάδω. Εκειά που’ναι σήμερο. Είναι το νεκροταφείο του χωριού, του Αγίου Θυμώτη. Γιατί τη γειτονιά μας ύστερα τη λέγανε όλοι όχι Άγιο Ευθύμη, αλλά Άγιο Θυμώτη. ..»15.
Ε. Η καταστροφή της επαρχίας Αποκορώνου και η σφαγή στον Άγιο Θυμώτη τον Αύγουστο του 1821
Η σφαγή των γυναικοπαίδων στον ναό του Αγίου Ευθυμίου στον Εμπρόσνερο Αποκορώνου, (όπως αφηγούνται ο Νικόλαος Γιανναράκης και η Χριστίνα Σεργάκη – Μαρκάκη αλλά και πλήθος ηλικιωμένων Εμπροσνεριτών), τοποθετείται χρονικά από τις 6 ως τις 12 Αυγούστου 1821.16 Η εβδομάδα αυτή σημάδεψε τον Αποκόρωνα, αφού το εκστρατευτικό σώμα των Τούρκων λεηλάτησε και πυρπόλησε τα χωριά του και άφησε πίσω τρεις χιλιάδες νεκρούς. Μεταξύ των σφαγιασθέντων Αποκορωνιωτών, ήταν και εκείνοι που βρέθηκαν στον ναό του Αγίου Ευθυμίου στον Εμπρόσνερο.
Τον Ιούλιο του 1821, ο Σερίφ πασάς του Ηρακλείου τοποθετώντας ως Αρχηγό τον διαβόητο Καούνη, στράφηκε με τον στρατό του εναντίον των Σφακιανών. Ο στρατός του Καούνη ενώθηκε με τον στρατό του Οσμάν πασά του Ρεθύμνου. Στο εκστρατευτικό σώμα προστέθηκαν και 1500 τούρκοι του Ομέρ Αγά της Σητείας. Σκοπός του Καούνη ήταν αφού ενωθεί και με τους Τούρκους του πασά των Χανίων, να στραφεί στα Σφακιά. Το σύνολο των Τούρκων υπερέβαινε τους οχτώ χιλιάδες άντρες Αν υπέτασσαν οι Τούρκοι τα Σφακιά, πίστευαν ότι οι Κρητικοί θα προσκυνούσαν και πάλι τον Σουλτάνο και η επανάσταση στην Κρήτη θα ψυχορραγούσε. Για την εκστρατεία των Τούρκων και τον αριθμό των στρατιωτών τους εναντίον των Σφακίων, διαβάζουμε :
«…ισχυρό εκστρατευτικό σώμα 3.500 ανδρών, με πυροβολικό και ιππικό, ξεκίνησε από το Ηράκλειο με αρχηγό το διαβόητο Καούνη Ο Ομέρ Αγάς της Σητείας έστειλε κι αυτός 1500 άνδρες και ο Οσμάν πασάς του Ρεθύμνου κινητοποίησε περισσότερους από 2.000 άνδρες. Έτσι η τουρκική δύναμη από τα ανατολικά και το Ρέθυμνο έφτασε στους 8.000 άνδρες…»17.
Μετά από πεισματώδεις μάχες των Επαναστατών με τους Τούρκους, (οι Τούρκοι διέθεταν πυροβόλα και ιππικό), κατάφεραν στις 6 Αυγούστου 1821 να εισβάλουν στον Αποκόρωνα. Τα αποτελέσματα της εισβολής τους ήταν τραγικά για την επαρχία.
«… οι δε Τούρκοι ωφεληθέντες εκ της περιστάσεως ταύτης, εισήλασαν εις Αποκόρωναν. Θλιβερά είναι η διήγησις των δυστυχημάτων, άτινα διέπραξαν εισβαλόντες εις το μέρος τούτο οι πολέμιοι. Διαδραμόντες με ορμήν, κατέκαυσαν πρώτην φοράν τα τερπνά χωρία όλης της επαρχίας, φονεύσαντες και αιχμαλωτίσαντες πολλούς εκ των γερόντων, των αδυνάτων και αόπλων, απαγαγόντες προς τους πασάδας εις Καλύβας περί τους εβδομήκοντα, τους οποίους και εφόνευσαν. Μάτην επρότειναν εις τινάς ν’αλλάξωσι θρήσκευμα. Απαξάπαντες προείλοντο καρτερικώς τον θάνατον…»18.
Οι κάτοικοι των χωριών του Αποκόρωνα, δεν εκτίμησαν σωστά την κατάσταση. Βλέποντας τους Τούρκους να εισέρχονται στην επαρχία τους, δεν κατέφυγαν στα ορεινά ώστε να σωθούν. Πίστεψαν ότι οι Τούρκοι θα περάσουν και θα κατευθυνθούν γρήγορα προς τα Σφακιά, πληρώνοντας αυτήν τους την αβλεψία. Έτσι σκέφτηκαν και τα γυναικόπαιδα που κλείστηκαν στην εκκλησία του Αγίου Ευθυμίου (Άγιο Θυμώτη). Από το βιβλίο του Γρηγόρη Παπαδοπετράκη, Ιστορία των Σφακίων, διαβάζουμε:
«…βεβαιούται ότι πλείονες των 3 χιλιάδων ψυχών απωλέσθησαν τότε εν Αποκορώνοις, αποσφαγέντων ή πνιγέντων δια καπνού εν τοις σπηλαίοις και ταις οπαίς της γης…
…μεγάλη και ασύγγνωστος μωρία κατέλαβε τότε τους αθλίους κατοίκους των Αποκορώνων. Εν ω έβλεπον επί τοσαύτας ημέρας τοσούτον πλήθος αγρίων ορδών επερχόμενον εξ ανατολών κατ’αυτών και έτερον τοιούτον εκ δυσμών, αυτοί εκάθηντο αμέριμνοι εις τα χωρία των ! Και μικρόν εάν απεσύροντο εις τας υπερκειμένας κλιτύας των μεγίστων Ορέων και ετίθεντο όπισθεν των Ελληνικών όπλων, ώσπερ έπειτα εποίησαν οι Κυδωνιάται, ουδέ εις ήθελε κακοπάθει. Φαίνεται ότι είχον οι δυστυχείς απόλυτον πεποίθησιν εις το ακαταπολέμητον των Ελληνικών όπλων. Άλλως δεν εξηγείται η μωρία αύτη…»19.
Σημαντικές είναι οι αναφορές για την καταστροφή του Αποκορώνου τον Αύγουστο του 1821, στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους της Εκδοτικής Αθηνών. Οι συγγραφείς του πολύτομου έργου, σημειώνουν :
Τετάρτη 1 Αυγούστου 1821. Μεγάλη μάχη των Επαναστατών στο χωριό Επισκοπή Ρεθύμνου μεταξύ χριστιανών και τούρκικου στρατού 8.000 ανδρών. Επικεφαλής των τούρκων ήταν ο Σερίφ πασάς του Ηρακλείου, ο Οσμάν πασάς του Ρεθύμνου και ο πασάς των Χανίων. Οι Επαναστάτες ηττήθηκαν και σκοτώθηκε ο οπλαρχηγός παπα Γιάννης Σκορδίλης.
Παρασκευή 3 Αυγούστου 1821. Μάχη μεταξύ Επαναστατών και τούρκων στο χωριό Δράμια Ρεθύμνου. Ήττα των χριστιανών. Κατάληψη από τους τούρκους στις 6 Αυγούστου της επαρχίας Αποκορώνου. Ως τις 12 Αυγούστου πυρπόληση και λεηλασία των χωριών. Τρεις χιλιάδες (3.000) χριστιανοί της επαρχίας σφαγιάστηκαν20.
Μετά την καταστροφή του Αποκόρωνα, ο τούρκικος στρατός συγκεντρώθηκε στο χωριό Εμπρόσνερος και στις 29 Αυγούστου με Αρχηγό τον Οσμάν πασά του Ρεθύμνου, πέρασε στην επαρχία Σφακίων21.
ΣΤ. Συμπεράσματα
Έχουν περάσει 200 χρόνια από την έναρξη της Μεγάλης Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Στην Κρήτη η Επανάσταση ξέσπασε δυο μήνες αργότερα από την υπόλοιπη Ελλάδα. Στην Παναγία Θυμιανή των Σφακίων, στις 29 Μαΐου 1821, ευλογήθηκαν τα όπλα των επαναστατών και ξεκίνησε ο αγώνας. Πολλές χιλιάδες οι Τούρκοι στην Κρήτη, τρεις οι πασάδες στη διοίκηση του νησιού, ο αγώνας ήταν δύσκολος. Χιλιάδες οι νεκροί, πολλές οι μάχες, απίστευτες και ατέλειωτες οι σκηνές ηρωισμού των Κρητικών.
Δύο μήνες μετά την έναρξη της επανάστασης στην Κρήτη, πολυάριθμος τουρκικός στρατός εκστρατεύει στα Σφακιά τον Αύγουστο του 1821. Η είσοδος των Τούρκων στον Αποκόρωνα, από τις 6 ως τις 12 Αυγούστου 1821, συνοδεύεται από σφαγές και καταστροφές. Γυναικόπαιδα που είχαν κλειστεί στον μικρό ναό του Αγίου Ευθυμίου στην ομώνυμη γειτονιά του χωριού Εμπρόσνερος, συλλαμβάνονται και σφάζονται. Ο ναός βεβηλώνεται και γκρεμίζεται από τους Τούρκους. Οι Εμπροσνερίτες «θυμώνουν» στον Άγιο Ευθύμιο και μετατρέπουν το όνομά του από Άγιος Ευθύμιος σε Άγιος Θυμώτης, δίδοντας και στην γειτονιά αυτή το όνομα Άγιος Θυμώτης.
Κάθε σπιθαμή της κρητικής γης, έχει τη δική του ιστορία. Μία ιστορία που οφείλουμε να διδάσκουμε στα Ελληνικά σχολεία ώστε να μεταλαμπαδεύεται στους νέους.
«Αυτή η γη, έχει φωνή» όπως λέει και ο Βασίλης Σκουλάς σε ένα τραγούδι.
Η φωνή της κρητικής γης, ας σταθεί εμπόδιο ώστε να μην επέλθει η λήθη, που τόσο επιδιώκουν σήμερα ξένοι και ντόπιοι αναθεωρητές της ιστορίας της Κρήτης.
1. Αποκόρωνας, Ταξίδι στη φύση και την ιστορία, Γιώργος Λιμαντζάκης, Δήμος Αποκορώνου , Χανιά 2021, σελ. 85.
2. Στέργιου Γ. Σπανάκη, Πόλεις και χωριά της Κρήτης στο πέρασμα των αιώνων, τόμος Β΄, έκδοση τρίτη, Ηράκλειο 2006, σελ. 568.
3. Αφήγηση Καρπεράκη Ιωάννη του Στυλιανού, Φεβρουάριος 2022.
4. Αφήγηση Γιανναράκη Νικολάου του Ιωάννου, Εμπρόσνερος, Αύγουστος 2004.
5. Η τοιχογραφία του Αγίου Ευθυμίου είναι αρχαϊκή, μεγάλων διαστάσεων και δεσπόζει στον νότιο τοίχο του ναού, δίπλα σε αναλόγων διαστάσεων τοιχογραφία του Αγίου Αρσενίου.
6. Χαϊνηδες ήταν οι Γιανναρήδες από την οικογένεια Γιάνναρη του Εμπρόσνερου. «Ηρωικές μορφές εκδικητών αναδείχτηκαν κατά τη σκληρή εκείνη εποχή (1790-1820) σε ολόκληρη την Κρήτη : οι Χάληδες και οι Γιανναρήδες στα Χανιά, οι Δεληγιαννάκηδες και οι Κουτσούρηδες στα Σφακιά, ο Σήφακας στον Αποκόρωνα, οι Τσουδεροί στο Ρέθυμνο ο Γιάννης Παλμέτης στο Μυλοπόταμο, οι Ανωγειανοί Σταύρος Ξετρύπης, Σταυρούλης Νιώτης, Βασίλης Σμπώκος. Στην Ανατολική Κρήτη διακρίθηκε ο Δημήτρης Λόγιος ή Βαρούχας από τον Άγιο Θωμά Μονοφατσίου. Στην Πεδιάδα της Μεσαράς έδρασαν επίσης ο Ιωάσαφ Ξωπατέρας Μαρκάκης, οι αδελφοί Λεράτοι, ο Μαλικούτης, ο Ρωμάνος, ο Πετρογιάννης, ο Τσακίρης, ο Μιχαήλ Κόρακας. Στο Μαλεβύζι διακρίθηκε ο Μιχάλης Βλάχος , στην ανατολική Πεδιάδα ο Γιώργης Βέργας, στο Οροπέδιο του Λασιθίου ο Μανόλης Καζάνης. (Θεοχάρη Δετοράκη, Ιστορία της Κρήτης, Ηράκλειο 1990, σελ. 306).
7. Στην κεντρική πλατεία του Εμπρόσνερου βρίσκεται η προτομή του Ιωάννη Γιανναράκη ή Γιασεμή, Οπλαρχηγού Εμπρόσνερου των αγώνων 1878-1898.
8. Ο ήρωας έχει δώσει το όνομά του σε μία από τις πλατείες του Εμπρόσνερου. Σε μαρμάρινη πλάκα στην πλατεία διαβάζουμε :
ΠΛΑΤΕΙΑ
ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΞΕΝΑΚΗ
(ΜΑΥΡΟΘΟΔΩΡΗ)
ΗΡΩΑ ΤΩΝ ΚΡΗΤΙΚΩΝ
ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΝ 1795-1876
9. Τέσσερα χρόνια μετά την Επανάσταση του Δασκαλογιάννη, το 1774, οι Σφακιανοί μη μπορώντας να αντέξουν πλέον τις επιθέσεις στις οικογένειες και τις περιουσίες τους από τον Αληδάκη και τον στρατό του, αποφάσισαν να εκστρατεύσουν και να τον πολεμήσουν στον Εμπρόσνερο. Μετά από σκληρές μάχες γύρω από τον πύργο του, στο τέλος εξοντώθηκαν όλοι οι άντρες του και ο ίδιος ο Αληδάκης. Ο Πύργος καταστράφηκε και τα λάφυρα μοιράστηκαν εξ ίσου οι Σφακιανοί.
10. Στη σύναξη αυτή, το Εμπρόσνερο εκπροσωπήθηκε από τον γέροντα Γιάνναρη. «…τοιαύτα προσδοκώμενα και αναπόφευκτα κακά είχον παρακινήσει τους Έλληνας Κρήτας να συνέλθωσι προηγουμένως εις Σφακία. Εις την συνάθροισιν δ’εκείνην είχον παρευρεθή εκ των επισημοτέρων, ως και των γειτονικών επαρχιών τινές, δια να αποφασίσωσιν ήδη οριστικότερον περί του πρακτέου, ώστε να γίνονται έτοιμοι, δια ν’ αποσοβήσωσιν εκ των ενόντων, μέγα επελευσόμενον δεινόν…
…εκ δε του Αποκορώνου ο Σήφακας Κωνσταντουδάκης, ο Ιωάννης Σακίρης εκ των Κεφαλάδων, ο Γεώργιος Παπαδάκης, ο εξ Αλικάμπων Γεώργιος Βελεζίνης και ο γέρων Γιάνναρης εκ του Προσνέρου…».
…απητείτο βεβαίως να γνωρισθώσιν εξ αρχής και αρχηγοί των όπλων και να τάττωνται οι στρατιώται υπό γνωστήν σημαίαν έκαστος. Και ως τοιούτοι διωρίσθησαν οι εφεξής : ο μεν Α. Παναγιώτου, Γ. Δασκαλάκης και Α. Φασούλης, έχοντες υπό την οδηγίαν των τους Ανωπολίτας άπαντας, ώφειλον να ενωθώσι με τους Χάληδες εις το Θέρισον και με τον Σήφακαν εις Μελιδόνιν και ν’αντιπαρατάττωνται εναντίον των Τούρκων της Κυδωνίας. Ο δε Α. Πρωτοπαπαδάκης με τους Ασκυφιώτας και ο Α. Μανουσογιαννάκης με τους Ιμβριώτας, να προσβάλλωσι τον Αλιδάκην εις το Πρόσνερον και τους λοιπούς Τούρκους τους ευρισκομένους εις την επαρχίαν του Αποκορώνου, έχοντες συνεργούς τον Ιωάννην Σακίρην εκ των Κεφαλάδων, τον Γεώργιον Βελεζίνην εκ των Αλικάμπων και τον Γιάνναρην εκ του Προσνέρου…».
(Ζαμπέλιου και Κριτοβουλίδου, Ιστορία των Επαναστάσεων της Κρήτης, επανέκδοσις αδελφών Βαρδινογιάννη, Αθήναι 1971, σελ. 299 – 300).
11. Μαγνητοφωνημένη συζήτηση Νικολάου Γιανναράκη του Ιωάννου, Εμπρόσνερος Αποκορώνου, Αύγουστος 2004.
12. Η προτομή του Ιωάννου Μανούσου Μαρκάκη, (1898-1933), βρίσκεται λίγο πριν τον ναό του Αγίου Ευθυμίου (Αγίου Θυμώτη) στη γειτονιά Άγιος Θυμώτης Εμπρόσνερου.
13. Ο Γιώργης Μανούσου Μαρκάκης, (1908-1944), εκτελέστηκε από τους Γερμανούς στο χωριό Άγιος Αντρέας Ρεθύμνου, ένα χωριό δίπλα στο Ατσιπόπουλο.
14. Ο Μιχάλης Μανούσου Μαρκάκης, (1910-1944), χτυπήθηκε από ένα γερμανικό αυτοκίνητο στο Ρολόι των Χανίων. Δεν πέθανε αμέσως αλλά μετά παρέλευση χρόνου, λόγω του τραυματισμού του.
15. Μαγνητοφωνημένη συζήτηση Χριστίνας Μανούσου Μαρκάκη – Σεργάκη, (1920 – 2011), Λιτσάρδα Αποκορώνου, Μάιος 1997.
16. «…στις 3 Αυγούστου έγινε νέα μάχη κοντά στα Δράμια, στα σύνορα των νομών Ρεθύμνου – Χανίων, λίγα χιλιόμετρα ανατολικότερα από την Επισκοπή. Η έκβασή της όμως υπήρξε αμφίρροπη. Μετά από τρεις ημέρες ολόκληρη η τουρκική δύναμη από 8.000 ενόπλους, ιππικό και πυροβόλα, ρίχθηκε πάνω στα ελληνικά σώματα και τα διασκόρπισε. Έπειτα πέρασε τα στενά του Αλμυρού και μπήκε στην επαρχία Αποκορώνου. Μέσα σε έξι ημέρες, παρά την αντίσταση των επαναστατών, κατέλαβε ολόκληρη την επαρχία και έκαψε πολλά χωριά. Το χωριό Βαφέ καταστράφηκε τελείως και οι συνολικές απώλειες του άμαχου ελληνικού πληθυσμού υπολογίζονται σε 3.000 άτομα…».(Εκδοτική Αθηνών, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, η Ελληνική Επανάσταση 1821-1832, τόμος ΙΒ΄, Αθήνα 1975, σελ. 168).
17. Δετοράκη Θεοχάρη, Ιστορία της Κρήτης, Ηράκλειο 1999, σελ. 326.
18. Ζαμπέλιου και Κριτοβουλίδου, ό.π. σελ.338-339.
19. Γρηγορίου Παπαδοπετράκη, ό.π., σελ. 249
20. Εκδοτική Αθηνών, ό.π. σελ. 167-168.
21. Ζαμπέλιου και Κριτοβουλίδου, ό.π. σελ.345.
Ζ. Βιβλιογραφία
Βιβλία
Δετοράκης Θεοχάρης, Εκδοτική Αθηνών, Ιστορία της Κρήτης, Ηράκλειο, 1999. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ 1821-1832, Τόμος ΙΒ΄, Αθήνα 1975.
Ζαμπέλιου και Κριτοβουλίδου, Ιστορία των Επαναστάσεων της Κρήτης, συμπληρωθείσα υπό Ιωάννου Δ. Κονδυλάκη, επανέκδοσις αδελφών Βαρδινογιάννη, Αθήναι 1971.
Λιμαντζάκης Γιώργος, Αποκόρωνας, Ταξίδι στη φύση και την ιστορία, Δήμος Αποκορώνου, Χανιά 2021.
Ντουκάκης Μάρκος, Το Μπρόσνερο και οι αγωνιστές του, Πολιτιστικός Σύλλογος Εμπροσνεριτών Χανίων, Χανιά, 1988
Παπαδοπετράκη Γρηγορίου, Ιστορία των Σφακίων, ήτοι μέρος της Κρητικής Ιστορίας, επανέκδοσις αδελφών Βαρδινογιάννη, Αθήναι 1971.
Σπανάκης Στέργιος, Πόλεις και χωριά της Κρήτης στο πέρασμα των αιώνων, τόμος Β΄, έκδοση τρίτη, Ηράκλειο 2006.
Προφορικές διηγήσεις
Γιανναράκης Νικόλαος του Ιωάννου, Εμπρόσνερος Αποκορώνου
Καρπεράκης Ιωάννης του Στυλιανού, Εμπρόσνερος Αποκορώνου
Σεργάκη – Μαρκάκη Χριστίνα του Μανούσου, Λιτσάρδα Αποκορώνου