Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΠΛΕΣΣΑ
Ετσι φτάνουμε να γινόμαστε μάρτυρες μιας πρωτοφανούς αυτοκτονίας στην κατάμεστη από κόσμο πλατεία Συντάγματος. Με τη συνειδητή πράξη του ο συμπολίτης μας προέβη στο διάβημα αυτό με τραγικότητα κι έδωσε την τελευταία μάχη για τη νομιμότητα, την ηθική, βροντοφωνάζοντας σ’ όλο τον κόσμο πόση απόγνωση υπάρχει στην Ελλάδα. Δεν ανέχθηκε ν’ αδιαφορεί, να κάνει ότι ´δεν βλέπει´ την παραβατικότητα της πολιτικής. Δεν μπόρεσε τη ´βρομιά´ και δεν φοβήθηκε τίποτα. Με την ενσυνείδητη πολιτική επιλογή του, της αυτοχειρίας, ήρθε να μιλήσει για τις ευθύνες, που έχουν γι’ αυτή την κατάσταση, όλοι όσοι εκυβέρνησαν τη χώρα και εκείνοι που τους βοήθησαν οι φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί.
Δεν είναι η πρώτη, αλλά η πολλοστή, αυτοκτονία. Από το 2009 κι ύστερα έχουν αυξηθεί και γίνονται με εντυπωσιακό τρόπο, παίρνοντας χαρακτήρα πολιτικής διαμαρτυρίας. Πολιτικής γενικώς και όχι κομματικής. Αν εξαιρέσουμε έναν μόνο πολιτικό, που διαφοροποιήθηκε κάπως ανεπίτρεπτα στο τέλος των δηλώσεών του για το εν λόγω θέμα, οι εκλεγμένοι του Κοινοβουλίου, σύσσωμοι, αισθάνθηκαν την ανάγκη να πουν κάτι γι’ αυτό το συγκλονιστικό συμβάν. Κοντά σ’ αυτούς είδαμε τους απλούς ανθρώπους να προσέρχονται στο Σύνταγμα, απέναντι απ’ τη Βουλή, απέριττοι, βουβοί, να συμπάσχουν στον αυτόχειρα, που δεν ήταν τυχαίο πρόσωπο, όπως διαβάζουμε στον Τύπο, αλλά σημαντικό μέλος της ελληνικής κοινωνίας και πολιτικοποιημένο, αντιδρώντας για τα χάλια, στα οποία έχει περιέλθει η Ελλάδα.
Σ’ αυτές τις φορτισμένες για όλους μας στιγμές το γεγονός προκάλεσε εντονότατη αίσθηση. Εκανε πάταγο και δημιούργησε σάλο σ’ όλες τις κοινωνικές τάξεις. Ηταν ένα γερό χαστούκι στο κατεστημένο, η δε προσπάθεια να επιχειρηθεί πολιτική εκμετάλλευση και αντιδεοντολογικό είναι και τραγικό συνάμα. Η οικονομική κρίση έφερε κοινωνική αναταραχή. Η αναστάτωση, που προκλήθηκε, έχει διαβρώσει την πολιτική συνείδηση των ανθρώπων. Η κοινωνία έχει απωλέσει την ωριμότητά της και είναι ζήτημα, αν θα μπορέσει να ισορροπήσει ανάμεσα στο συναίσθημα και στη λογική. Κλείνει τα μάτια της στην πραγματικότητα και παραπαίοντας αδυνατεί ν’ απαντήσει με ψυχραιμία στα προβλήματα της εποχής. Εχουν πολλαπλασιαστεί αυτοί που ζουν στην απόγνωση, υποφέρουν κυριολεκτικά χωρίς ελπίδα. Προσπαθούν να κάνουν αντίσταση στους λαϊκιστές, που εκφράζουν συγκεκαλυμμένα εύκολες λύσεις σε δύσκολα προβλήματα. Οι αυτοκτονίες τούτη την περίοδο πρέπει να βαρύνουν τις συνειδήσεις κάποιων προσώπων υψηλά ισταμένων στην ιεραρχία του κρατικού και πολιτικού μηχανισμού. Αυτό το σύστημα είναι ο ηθικός αυτουργός που διαμόρφωσε τη ζωή των πολιτών έτσι, ώστε να μην αντέξουν τα βάρη, τις ταπεινώσεις και τους εξευτελισμούς.
Και ενώ ήταν γνωστό ότι τέτοια φοβερά μπορεί να συμβούν, η εξουσία ´αγρόν ηγόραζε´. Ανεχόταν και συγκάλυπτε, συνωμοτώντας σιωπηλώς, κάθε πράξη, που οδηγούσε σ’ αυτό το χάος. Τώρα ο ´συγκλονισμός´ και η ´κατάπληξη´ υποκρύπτουν υποκρισία. Δεν λειτουργούσαν όπως οι συνειδητοί πολίτες. Εβαζαν υπεράνω όλων τα δικαιώματα και καμιά υποχρέωση δεν είχαν, να μάχονται με την ισχύ, που τους έδωσε ο λαός, για την τήρηση των νόμων, της ηθικής και της τάξης. Ανεχόντουσαν τις παρανομίες, γιατί κατήχοντο από αίσθημα ενοχών και φόβου. Φοβόντουσαν μήπως, αν ψάξουν, ίσως βρεθεί ότι δεν είναι κι αυτοί καθαροί.
Είμαστε κι εμείς φταίχτες. Αντί να ´πληροφορούμε´, ώστε το κράτος να λειτουργεί ρολόι, γινόμαστε ουραγοί των επιθυμιών του συστήματος. Το παρατραβήξαμε εν ονόματι του ´ωχαδερφισμού´ και όταν ´ο κόμπος φτάνει στο χτένι´ αντί για αυτοκριτική αυτοτιμωρούμεθα. Και τούτο συμβαίνει στους μικρούς τους άσημους, αλλά ενσυνείδητους. Για τους μεγάλους ´φούρνος μην καπνίσει´!
Εμείς οι εναπομείναντες ας μην επιχειρήσουμε το ´άδειασμά´ μας όπως ο τραγικός της πλατείας Συντάγματος. Δεν είναι λύση η φυγή μ’ αυτόν τον τρόπο.