Περνούν οι μέρες μακριά σου τόσο αργά,
σα να γεννιούνται και
συνάμα να γερνάνε
και οι ορμές μοιάζουν
ηφαίστεια ανενεργά
τα δυο σου χείλη με πληγές που με φιλάνε.
Ό,τι αντέχει τείνει
να ξεσηκωθεί
να ενορχηστρώσει
την μπαλάντα του αντίου,
κι η θύμησή σου λησμονιά που θα χαθεί
μες στον αφρό από
αναχώρηση ενός πλοίου.
Κι ας σε προσμένω
ξέρω δε θα ξαναρθείς,
στα μεσημέρια σου
το είναι μου θα σβήνει,
διαδρομές με οδηγό μου
το χωρίς
και με ταχύτητα που
τρέχει και σ? αφήνει.
Περνούν οι μέρες
και με μπόρες πολεμώ,
με αστραπές που
ζωγραφίζουν τη μορφή σου,
έχω πειστεί πια
να μη θέλω γυρισμό,
γιατί κρυώνει η ζεστασιά
με την αφή σου.
Πέφτει η αυλαία μας
σε ορίζοντα βοριά
και στη σκηνή μας
ένα άχρωμο ημίφως
ηθοποιός σε ένα
έργο ανηφοριά
και εσύ κοινό μ? ένα
παράπονο στο ύφος.
Ηλίας Κλουβιδάκης
Άρωμα λεπτό … που συγκινεί !!