Συµπληρώθηκαν 52 χρόνια από τον θάνατό του στις 1-8-1973. Από παιδί ζυµώθηκε στη βιοπάλη, στην ταξική εκµετάλλευση και στους αγώνες για την κατάργησή της: Μετακινήθηκε σε πολλές πόλεις (Σκόπια, Αδανα, Θεσσαλονίκη, Νικοµήδεια) εξαιτίας της εργασίας του πατέρα του, ο οποίος ήταν υπάλληλος του γαλλικού µονοπωλίου καπνού «Ρεζί». Έζησε επεισόδια από τους Βαλκανικούς Πολέµους. Τελείωσε το ∆ηµοτικό και την Α’ τάξη του Γυµνασίου. Από το 1917 και για τα επόµενα χρόνια δούλεψε διαδοχικά στη «Ρεζί», στο λιµάνι της Κωνσταντινούπολης και στα καράβια της Μαύρης Θάλασσας.
Τότε ήρθε σε επαφή και µε τις σοσιαλιστικές ιδέες: Έγινε γραµµατέας του κοµµουνιστικού πυρήνα, ο οποίος υπήρχε στην αναρχοσυνδικαλιστική οργάνωση «Πανεργατική» της Κωνσταντινούπολης. Το 1922 και το 1923, ευρισκόµενος ως ναυτεργάτης στη Σοβιετική Ένωση, έγινε µέλος της Οµοσπονδίας Κοµµουνιστικών Νεολαιών. Το 1923 µε σύσταση των σοβιετικών συνδικάτων σπούδασε στην ΚΟΥΤΒ (Κοµµουνιστικό Πανεπιστήµιο των Εργαζοµένων της Ανατολής). Το 1923 επίσης έγινε µέλος του ΚΚ Τουρκίας. Το 1924 ήρθε στην Ελλάδα και έδρασε αρχικά στην ΟΚΝΕ Αθήνας, στη συνέχεια ως καθοδηγητικό στέλεχος στην ΟΚΝΕ Θεσσαλονίκης, στην ΚΕ της ΟΚΝΕ, στην Κοµµατική Οργάνωση Θεσσαλονίκης, ως Γραµµατέας στην ΚΟ Πειραιά (1926) και ως Γραµµατέας της ΚΟ Θεσσαλίας (1927). Πολλές είναι αυτό το διάστηµα οι συλλήψεις και οι αποδράσεις του. Το 1929 φυγαδεύτηκε από το ΚΚΕ στη Σοβιετική Ένωση. Κατά την παραµονή του στην ΕΣΣ∆ έγινε µέλος του ΠΚΚ(µπ).
Το 1931, µε απόφαση της Κ∆, επέστρεψε στην Ελλάδα και ανέλαβε Γραµµατέας της ΚΕ του ΚΚΕ. Ηγήθηκε µετέπειτα στην αντιµετώπιση της εντός του ΚΚΕ «φραξιονιστικής πάλης» και των ποικιλόµορφων οπορτουνιστικών αντιλήψεων, στην ανάπτυξη των ταξικών αγώνων και στην άνοδο της επιρροής του Κόµµατος, σε συνθήκες σκληρής ταξικής πάλης, διώξεων, εκτελέσεων, δράσης των κρατικών εγχώριων και ξένων µυστικών υπηρεσιών κατά του ΚΚΕ, ακόµα και διάβρωσης των Κοµµατικών του Οργανώσεων κατά τη δικτατορία Μεταξά.
Κρατήθηκε στα κάτεργα της 4ης Αυγούστου από το 1936 µέχρι το 1941, οπότε παραδόθηκε στους Γερµανούς κατακτητές. Ακολούθως, µεταφέρθηκε στην Γκεστάπο της Βιέννης και από εκεί στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Νταχάου ως τον Μάη του 1945. Πέρασε την εννιάχρονη δοκιµασία αλύγιστος. Η ανάκρισή του είναι διαφωτιστική. «Ερώτηση: ∆ηλαδή εξακολουθείς να είσαι κοµµουνιστής; Απάντηση: ∆εν υπάρχει αµφιβολία. Ερώτηση: Αν σ’ αφήσουµε ελεύθερο θα εξακολουθήσεις τη δράση σου ενάντια στον εθνικοσοσιαλισµό; Απάντηση: Εννοείται».
Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, το 1945, ο Νίκος Ζαχαριάδης, ως Γενικός Γραµµατέας της ΚΕ, πρωτοστάτησε στη δηµιουργία και στην ηρωική πάλη του ∆ΣΕ (1946 – 1949), της κορυφαίας εκδήλωσης της ταξικής πάλης στην Ελλάδα κατά τον 20ό αιώνα. Στα χρόνια 1949 – 1955 έδειξε ακλόνητη επιµονή στην ανάγκη ύπαρξης και ενίσχυσης των παράνοµων Κοµµατικών Οργανώσεων, στον συνδυασµό της παράνοµης µε τη νόµιµη δράση.
Η στρατηγική του ΚΚΕ, όλο αυτό το διάστηµα, αντανακλούσε και τις αντιφάσεις της στρατηγικής του ∆ιεθνούς Κοµµουνιστικού Κινήµατος. Στο πλαίσιο αυτό ο Νίκος Ζαχαριάδης δεν µπόρεσε να οδηγήσει έγκαιρα το ΚΚΕ σε ολοκληρωµένα συµπεράσµατα σε σχέση µε τις αντιφάσεις στη στρατηγική του Κόµµατος, µε αδυναµίες προγραµµατικής επεξεργασίας που βάρυναν αρνητικά στο Κόµµα κατά τη δεκαετία του 1940. Η ευθύνη του εντοπίζεται κυρίως στην αδυναµία να διαµορφωθεί πρόγραµµα στο 7ο Συνέδριο (1945), που θα ενσωµάτωνε την πείρα από την αντικειµενική εκτίµηση των λαθών (Συµφωνίες Λιβάνου, Καζέρτας, Βάρκιζας). Αυτό είχε ως αποτέλεσµα και τις αντιφάσεις, καθυστερήσεις και λάθη οργάνωσης του αγώνα του ∆ΣΕ. Παράλληλα, ο Νίκος Ζαχαριάδης εµφάνισε πρωτοπόρα στοιχεία σε σχέση και µε το τότε επίπεδο του ∆ιεθνούς Κοµµουνιστικού Κινήµατος: Εκτίµηση για τον πρώτιστα επικίνδυνο ρόλο του βρετανικού ιµπεριαλισµού όσο πλησίαζε η λήξη του Β΄ Παγκοσµίου Πολέµου, διόρθωση της στρατηγικής του Κόµµατος κατά τον αγώνα του ∆ΣΕ και ορισµός του σοσιαλιστικού στόχου, σχέδιο προγράµµατος το 1953 – ‘54, παρά τις αδυναµίες στην αντικειµενική τεκµηρίωσή του.
Η δεξιά οπορτουνιστική στροφή του ΚΚΣΕ µετά το 20ό Συνέδριό του είχε άµεση αρνητική επίδραση στην εντός του ΚΚΕ διαπάλη, που πήρε οξυµένη µορφή στην Τασκένδη (1955). Η 6η Πλατιά Ολοµέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ (11 – 12 Μάρτη 1956), που συγκλήθηκε από την επιτροπή έξι ΚΚ (ΕΣΣ∆, Βουλγαρίας, Ρουµανίας, Τσεχοσλοβακίας, Ουγγαρίας, Πολωνίας), αποφάσισε την καθαίρεση του Ν. Ζαχαριάδη από Γενικό Γραµµατέα και από µέλος του Πολιτικού Γραφείου. Η 7η Πλατιά Ολοµέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ (18 – 24 Φλεβάρη 1957) αποφάσισε την καθαίρεση του Ν. Ζαχαριάδη από την ΚΕ του ΚΚΕ και τη διαγραφή του από το Κόµµα, ως αντικοµµατικού φραξιονιστικού αντιδιεθνιστικού, εχθρικού στοιχείου, ενώ έκρινε απαραίτητο να γίνει λεπτοµερειακή παραπέρα έρευνα από το Κόµµα πάνω σε ολόκληρη τη ζωή και τη δράση του Ζαχαριάδη. Ως λόγοι της απόφασης προβλήθηκαν η αριστερίστικη, σεχταριστική, τυχοδιωκτική πολιτική γραµµή και το ανώµαλο εσωκοµµατικό καθεστώς που επέβαλε ο Ζαχαριάδης στο ΚΚΕ, ενώ θεωρήθηκε υπεύθυνος για λάθη στην παράνοµη δουλειά και για τα χτυπήµατα που έδωσε η Ασφάλεια στο ΚΚΕ.
Από τα τέλη του 1956 έως τις 4.6.1962 ο Νίκος Ζαχαριάδης έζησε στο Μποροβίτσι, όπου εργαζόταν ως στέλεχος κρατικής δασικής επιχείρησης. Στη συνέχεια, υποχρεώθηκε σε εγκατάσταση στο Σοργκούτ και του απαγορεύτηκε η µετακίνηση πέρα από την περιοχή, πράγµα το οποίο ισοδυναµούσε µε εξορία.
Ο Νίκος Ζαχαριάδης και το διάστηµα της εξορίας του έως την αυτοκτονία του την 1η Αυγούστου 1973 υπερασπίστηκε σθεναρά τον αγώνα του ∆ΣΕ και το πρόσωπό του ως Γραµµατέα του ΚΚΕ από τις συκοφαντικές σε βάρος του κατηγορίες. Επίσης, ουδέποτε ταύτισε την κριτική του στην ΕΣΣ∆ µε την πολεµική του ΚΚ Κίνας και πάντα είχε ως αποκλειστικό του γνώµονα την ενίσχυση του ΚΚΕ. Στο τελευταίο του γράµµα µεταξύ άλλων έγραψε. «Το ΚΚΕ ήταν και παραµένει το κόµµα µου και κανένας δεν µπορεί να το χτυπήσει και να το λερώσει χρησιµοποιώντας το όνοµά µου (…) Το Κουκουέδικο πέρασε πολλές αντάρες και µπόρες, όµως να το ξεριζώσει κανένας δεν µπόρεσε, γιατί αυτό θα σήµαινε να ξεριζώσει τον ίδιο το λαό (…) Με το ΚΚΕ δεν είχα ούτε έχω ανοιχτούς λογαριασµούς. Ούτε µπορούσα ποτέ να ‘χω. Απ’ όλη µου την ψυχή εύχοµαι σ’ αυτούς που φορτώθηκαν το πολύ δύσκολο έργο να ξαναστήσουν το Κουκουέδικο στα πόδια του, να πετύχουν απόλυτα».
Πριν από την αυτοκτονία του Ν. Ζαχαριάδη η νέα ηγεσία του Κόµµατος, που είχε αναδειχθεί από τη 18η Ολοµέλεια (…), είχε προτείνει στον Ζαχαριάδη τη µεταφορά του στην έδρα της ΚΕ µε ρόλο συµβούλου του ΠΓ. Μετά το 1974, εµφανίστηκαν στον κοµµατικό Τύπο θετικές αναφορές για τον Νίκο Ζαχαριάδη, ενώ το 1991 αποφασίστηκε από το ΚΚΕ η µεταφορά των οστών του στην Ελλάδα. Ακολούθησαν µε διάφορες αφορµές αφιερώµατα στον κοµµατικό Τύπο και ανάδειξη πτυχών της ηρωικής του δράσης. Στις 16.7.2011, η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ ακύρωσε όλες τις αποφάσεις της 6ης και της 7ης Ολοµέλειας (1956 και 1957) σε βάρος του Νίκου Ζαχαριάδη, όπως και τα πορίσµατα του 1964 και του 1967 και αποφάσισε την πλήρη αποκατάστασή του στο ΚΚΕ.
Η καθαίρεση του Ν. Ζαχαριάδη και η διαγραφή του ήταν πράξεις άδικες, συνέπεια της επικράτησης του δεξιού οπορτουνισµού στο ΚΚΕ και στο ΚΚΣΕ. Η κατηγορία εναντίον του για συνεργασία µε τον εχθρό ήταν πράξη συκοφαντική, ενώ οι κατηγορίες για καλλιέργεια της προσωπολατρίας και για την εγκαθίδρυση στο ΚΚΕ ανώµαλου εσωκοµµατικού καθεστώτος αποτελούσαν πρόσχηµα για να περάσει στην πλειοψηφία των µελών της ΚΕ και του Κόµµατος η δεξιά οπορτουνιστική στροφή.
Ο Νίκος Ζαχαριάδης, Γραµµατέας της ΚΕ του ΚΚΕ από το 1931 ως το 1935 και Γενικός Γραµµατέας της έως το 1956, ήταν ηγέτης αφοσιωµένος στην υπόθεση της εργατικής τάξης, στον προλεταριακό διεθνισµό, στην πάλη για την κοινωνική απελευθέρωση. Τον διέκριναν επαναστατική επαγρύπνηση, ταχύτητα στην ανάληψη πρωτοβουλιών, σθένος στην υπεράσπιση της γνώµης του. Ήταν λαϊκός ηγέτης, ασυµβίβαστος, πρωτοπόρος και µαχητικός.
*Ο Σπύρος ∆αράκης
Είναι πρώην πρόεδρος µαρτυρικής ΜΑΛΑΘΥΡΟΥ
πρώην ∆ήµαρχος Μηθύµνης και µέλος του
∆.Σ του ∆ικτύου Μαρτυρικών πόλεων και
χωριών της Ελλάδος περιόδου 40΄- 45΄
(ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑΤΑ)