Στο Σέλινο τον Ιανουάριο του 1897, µόλις έγιναν γνωστά τα σοβαρά γεγονότα στα Χανιά (λεηλασίες, σφαγή αµάχων, πυρπόληση της πόλης, κ.ά.), οι Τούρκοι φοβούµενοι τα αντίποινα των χριστιανών έδωσαν εντολές στους οµόθρησκούς τους που κατοικούσαν στα χωριά της επαρχίας, να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να συγκεντρωθούν στα πλησιέστερα τουρκικά φρούρια, στην Κάντανο ή στην Παλαιόχωρα, όπου υπήρχε τουρκικός στρατός για να τους προστατεύσει.
Η πλειονότητα των µουσουλµάνων του Σελίνου πήγε για να προφυλαχθεί στην Κάντανο. Οι µουσουλµάνοι από την περιοχή της Σαρακήνας ξεκίνησαν για την Παλαιόχωρα. Κατά τη διάρκεια της πορείας των όµως συγκρούστηκαν µε τους ένοπλους. Σελινιώτες που τους ακολουθούσαν µε τα γνωστά τραγικά γι’ αυτούς αποτελέσµατα. Στην Κάντανο εκείνες τις ηµέρες υπήρχαν εκτός από τους ντόπιους µουσουλµάνους του Σελίνου και 1500 άνδρες του τακτικού τουρκικού στρατού. Η πολιορκία όλων αυτών στην κοιλάδα της Καντάνου από τους Σελινιώτες επαναστάτες αλλά και από άλλους µαχητές από τις γύρω επαρχίες ήταν τόσο ασφυκτική που δεν επέτρεπε στους εγκλωβισµένους να αποτολµήσουν έξοδο, αλλά ούτε και να δεχθούν βοήθεια από τουρκικές δυνάµεις άλλων περιοχών. Η πολιορκία διήρκεσε σχεδόν 2 µήνες.
Κι ενώ η πολιορκία της Καντάνου βρισκόταν σε εξέλιξη, ήρθε στο Σέλινο το τελευταίο δεκαήµερο του Φεβρουαρίου ο πρόξενος της Αγγλίας Μπιλιώτης από τα Χανιά και άρχισε συζητήσεις και διαβουλεύσεις µε τους επαναστάτες και τους πολιορκηµένους στην Κάντανο Τούρκους για την απελευθέρωση και αναχώρησή τους από το Σέλινο. Στις 25 Φεβρουαρίου, και αφού οι διαπραγµατεύσεις βρίσκονταν σε καλό δρόµο, επανήλθε στο Σέλινο ο Μπιλιώτης µαζί µε τους πλοιάρχους των πέντε πολεµικών πλοίων των Μ. ∆υνάµεων, Αγγλίας, Γαλλίας, Ιταλίας, Ρωσίας και Αυστρίας, που ναυλοχούσαν στον όρµο της Παλαιόχωρας. Σκοπός της αφίξεώς των ήταν η επίτευξη τελικής συµφωνίας µεταξύ αυτών και των επαναστατών για την οµαλή εκκένωση της Καντάνου από τον τουρκικό στρατό και τους ντόπιους Τούρκους που είχαν πολιορκηθεί εκεί. Οι διαπραγµατεύσεις µεταξύ των εκπροσώπων των Μ. ∆υνάµεων και των αρχηγών και οπλαρχηγών των επαναστατών έγιναν στο σπίτι του παπά Στυλ. Λουπασάκη στα Μπεηλίτικα Κακοδικίου. Η συµφωνία αυτή προέβλεπε την εκκένωση της Καντάνου από τον µουσουλµανικό πληθυσµό και τον τουρκικό στρατό και τη µετάβαση όλων αυτών µε ασφάλεια στην Παλαιόχωρα, από όπου µε πλοία θα οδηγούνταν στα Χανιά.
Στις 27 Φεβρουαρίου 1897 τα αγήµατα των Μ. ∆υνάµεων (πέντε λόχοι πεζοναυτών, ένας από κάθε δύναµη) ξεκίνησαν από την Παλαιόχωρα µε προορισµό την Κάντανο. Το απόγευµα έφτασαν στο Κακοδίκι, όπου και διανυκτέρευσαν.
Την εποµένη, λίγο µετά τα µεσάνυχτα, συνέχισαν την πορεία τους µε τις σάλπιγγες τους να ξυπνούν τους κατοίκους των γύρω χωριών. Ξηµερώµατα έφτασαν στην Κάντανο. Στρατοπέδευσαν στο κέντρο του χωριού γύρω από το ύψωµα όπου υπάρχει το γνωστό µε το τουρκικό όνοµα Σεράγιο. Σ’ αυτό ήταν εγκατεστηµένη η τουρκική στρατιωτική διοίκηση από τα πρώτα χρόνια της τουρκικής κατάκτησης. Στον χώρο αυτό είχε αποφασιστεί να συγκεντρωθούν όλοι οι πολιορκούµενοι Τούρκοι µε τις οικογένειές τους. Από εκεί, την επόµενη ηµέρα το πρωί της 28ης Φεβρουαρίου 1897, το καραβάνι µε τους ντόπιους Σελινιώτες Τούρκους, τα ευρωπαϊκά αγήµατα και τον τακτικό τουρκικό στρατό ξεκίνησε για την Παλαιόχωρα, όπου λίγο µετά το µεσηµέρι έκανε την εµφάνισή του στην είσοδο της κωµόπολης. Την ποµπή ακολουθούσαν από την Κάντανο εκατοντάδες επαναστάτες µαζί µε κατοίκους των γύρω χωριών.
Πολλοί απ’ αυτούς ακολουθούσαν από περιέργεια, άλλοι από τον πόθο να δουν από κοντά να απελευθερώνεται το Σέλινο και άλλοι για λαφυραγωγία. Μετά την άφιξη της ποµπής στην κωµόπολη, άρχισε η σύµπτυξη των Τούρκων που βρίσκονταν στην Παλαιόχωρα, στον Αζωγυρέ, στους Ανύδρους και στο Σπανιάκο καθώς και εκείνων που υπηρετούσαν στις φρουρές της Κεφάλας, της Λυγιάς και των Νεροβολάκων. Λέγεται ότι ο Μπιλιώτης, όταν η ποµπή πλησίαζε στην Παλαιόχωρα, ειδοποίησε τους επαναστάτες να µην προχωρήσουν στη µικρή πεδιάδα της κωµόπολης, να παραµείνουν µακριά, µέχρι την επιβίβαση των µουσουλµάνων στα πλοία. ∆υστυχώς, οι επαναστάτες δεν συµµορφώθηκαν µε τις εντολές του Μπιλιώτη και όρµησαν στη µικρή πεδιάδα. Μόλις τα ευρωπαϊκά αγήµατα αντιλήφθηκαν την κατάσταση, παρατάχτηκαν και άρχισαν να τους πυροβολούν. Συγχρόνως άρχισε και κανονιοβολισµός από τα πολεµικά πλοία που ναυλοχούσαν στον όρµο της Παλαιόχωρας. Η επίθεση διήρκεσε 15-20 λεπτά και είχε αποτέλεσµα τον θανάσιµο τραυµατισµό 6-7 επαναστατών και τον τραυµατισµό πολλών άλλων.
Την επόµενη ηµέρα 1η Μαρτίου 1897 έγινε η επιβίβαση του µουσουλµανικού πληθυσµού του Σελίνου σε µεταγωγικά πλοία, τα οποία στη συνέχεια µε τη συνοδεία των ευρωπαϊκών πολεµικών πλοίων τούς µετέφεραν στα Χανιά. Η επιβίβαση είχε ολοκληρωθεί το µεσηµέρι και συγχρόνως έγινε υποστολή της τουρκικής σηµαίας στο ενετικό φρούριο της Φορτέτζας. Αµέσως µετά την υποστολή, οι επαναστάτες, που παρακολουθούσαν όσα συνέβαιναν, όρµησαν για λαφυραγωγία στην εγκαταλελειµµένη κωµόπολη, που ήταν το δεύτερο προπύργιο των Τούρκων στο Σέλινο. Από εκείνη την ηµέρα η ελληνική σηµαία των επαναστατών κυµάτιζε στη Φορτέτζα. Οι Τούρκοι δεν ξαναπάτησαν στο Σέλινο. Η επαρχία µας ήταν η πρώτη επαρχία απ’ όλη την Κρήτη που ελευθερώθηκε από τον τουρκικό ζυγό. Έτσι τερµατίστηκε στο Σέλινο ο απελευθερωτικός αγώνας κατά της τουρκικής κυριαρχίας.
(απόσπασµα από το βιβλίο του Ευτυχίου Λαµπουσάκη «ΤΟ ΣΕΛΙΝΟ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ»)
*Ο Ευτύχιος Λαµπουσάκης είναι ιατρός