Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024

Βασικοί δείκτες υγείας στην Ελλάδα

Γήρανση του πληθυσμού Η υγεία στην Ελλάδα συνεχίζει να αποτελεί μεγάλο πρόβλημα εξαιτίας φυσικά και της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης. Οι κοινωνικοοικονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα μας επιτείνονται μεταξύ άλλων και από την ταχεία γήρανση του πληθυσμού. Το ποσοστό των πολιτών άνω των 65 ετών αυξάνεται ταχύτατα και σήμερα είναι υψηλότερο από το αντίστοιχο της Ε.Ε. των 15, ενώ επιπλέον η γονιμότητα είναι σε σημαντικό βαθμό χαμηλότερη σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες και η μετανάστευση που σχετίζεται με την κρίση αποτελεί μια πρόσθετη επιβάρυνση. Το σύστημα υγείας της Ελλάδας δεν είναι κατάλληλα προετοιμασμένο γι’ αυτές τις δημογραφικές μεταβολές. Για παράδειγμα, η ανάπτυξη της γηριατρικής βρίσκεται πολύ χαμηλά, μολονότι υπάρχουν σήμερα στην Ελλάδα περί τα 200.000 άτομα άνω των 60 ετών που πάσχουν από Αλτσχάιμερ. Το προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση στην Ελλάδα εξακολουθεί να είναι αντίστοιχο με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

 

Προσδόκιμο ζωής

Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1990, όμως, αναμενόταν ότι οι Έλληνες άνδρες θα ζούσαν περισσότερο από τους ομολόγους τους της Ε.Ε. των 15: από τότε το προβάδισμα αυτό έχει χαθεί. Οι Ελληνίδες είχαν το ίδιο προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση, όπως και στην υπόλοιπη Ε.Ε. των 15, αλλά ο ρυθμός αύξησης του προσδόκιμου άρχισε να αποκλίνει από τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Το προσδόκιμο ζωής στην ηλικία των 65 ετών για τις γυναίκες το 1980 ήταν περίπου το ίδιο με αυτό της Ε.Ε. των 15, αλλά έκτοτε υστερεί. Από το 2000 οι άνδρες έχουν χάσει το συγκριτικό τους πλεονέκτημα.

 

Ασθένειες – θνησιμότητα

Τα ποσοστά θνησιμότητας μειώνονται, αλλά με βραδύτερο ρυθμό απ’ ό,τι στην Ε.Ε. των 15 και σε πολλές περιπτώσεις με πιο αργό ρυθμό μείωσης σε σχέση με το σύνολο της Ευρωπαϊκής Περιφέρειας του Π.Ο.Υ. Όσον αφορά τον καρκίνο, τα ποσοστά θνησιμότητας στην Ελλάδα είναι υψηλότερα τώρα απ’ ό,τι το 1970, σε αντίθεση με την πτώση των ποσοστών αλλού στην Ευρώπη και παρά κάποιες πρόσφατες βελτιώσεις. Ειδικότερα, για τον καρκίνο της τραχείας, του πνεύμονα και των βρόγχων, η μείωση στη θνησιμότητα των ανδρών στην υπόλοιπη Ευρώπη σχεδόν δεν υφίσταται στην Ελλάδα, ενώ και στις γυναίκες η Ελλάδα χάνει το προβάδισμά της σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Οι αποκλίνουσες τάσεις είναι ιδιαίτερα εμφανείς για παθήσεις του κυκλοφορικού συστήματος. Το 1980 οι Έλληνες άνδρες είχαν τα ίδια επίπεδα θνησιμότητας από νόσους του κυκλοφορικού με την Ε.Ε. των 15, ενώ, έκτοτε, υπολείπονται σταθερά. Για τις Ελληνίδες οι αντίστοιχες τάσεις δεν αποκλίνουν, αλλά εξακολουθούν να υστερούν ως προς αυτές της Ε.Ε. των 15. Η αποτύπωση των θανάτων από ισχαιμική καρδιοπάθεια παρουσιάζει με τον πιο εύγλωττο τρόπο την απόκλιση μεταξύ των τάσεων στην Ελλάδα και στην Ευρώπη συνολικά. Ενώ αλλού τα ποσοστά θνησιμότητας μειώνονται ταχύτατα, στην Ελλάδα διατηρούνται σχεδόν σταθερά.

 

Δαπάνες υγείας

Τα παραδείγματα αυτά, μεταξύ πολλών άλλων, υποδηλώνουν ότι η αργή πρόοδος, αναφορικά με την κατάσταση της υγείας του ελληνικού πληθυσμού, οφείλεται αφενός σε έναν συνδυασμό ανθυγιεινών τρόπων ζωής και παραμέλησης της πρόληψης και προαγωγής υγείας, και, αφ ‘ετέρου, στην αργή συγκριτικά βελτίωση της υγειονομικής περίθαλψης. Η αποτύπωση αυτή προηγείται της οικονομικής ύφεσης, αλλά η κρίση και η λιτότητα έχουν αναμφίβολα δυσχεράνει τις προσπάθειες για την αναγκαία βελτίωση των συνθηκών υγείας και κατ’ επέκταση την σύγκλιση των δεικτών με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές τάσεις. Πριν από την κρίση, το επίπεδο των δαπανών υγείας στην Ελλάδα μπορούσε να καλύψει τις χρόνιες στρεβλώσεις στην παροχή υγειονομικής περίθαλψης. Από τότε που η οικονομική κρίση έπληξε τη χώρα, αυτό δεν είναι πλέον εφικτό και τα διαρθρωτικά προβλήματα του τομέα έγιναν ορατά σε όλους. Η Ελλάδα δαπανά το 9,1% του Α.Ε.Π. της χώρας για την υγεία, ένα ποσοστό συγκρίσιμο με άλλες χώρες του Ο.Ο.Σ.Α. Σε απόλυτους αριθμούς, ωστόσο, με τη ραγδαία μείωση του Α.Ε.Π., οι δαπάνες για την υγεία μειώθηκαν και είναι τώρα σημαντικά χαμηλότερες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Επιπλέον, το ποσοστό δαπάνης που καταβλήθηκε και συνεχίζει να καταβάλλεται ως “ίδιες πληρωμές” στον τομέα της παροχής είναι εξαιρετικά υψηλό, ενώ οι επίσημες ίδιες πληρωμές -αμοιβές για ιατρικές πράξεις, συμμετοχή σε διαγνωστικές εξετάσεις και φάρμακα- επιβαρύνονται από την έντονη παρουσία «άτυπων πληρωμών». Η κατάσταση αυτή έχει λειτουργήσει ως αποτρεπτικός παράγοντας για την έγκαιρη αναζήτηση περίθαλψης, ιδιαίτερα για τα 2,2 εκατ. ανασφάλιστους Έλληνες. Οι ιδιωτικές δαπάνες στην Ελλάδα αποτελούν ένα ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό των συνολικών δαπανών για την υγεία: περίπου 36%, σε σύγκριση με το μέσο όρο (24-25%) της Ε.Ε. Το γεγονός αυτό είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό, επειδή ένα μεγάλο μέρος των εν λόγω δαπανών αποτελούνται από μη ελεγχόμενες “ίδιες πληρωμές”. Η υπερκατανάλωση και η υπερχρέωση που συνεπάγεται η προκλητή ζήτηση από την πλευρά της προσφοράς συμβάλλουν στη συνολική αναποτελεσματικότητα του ελληνικού συστήματος υγείας, καθώς και στην παρακώλυση της πρόσβασης για όσους έχουν ανάγκη.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα