Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024

Διαπραγμάτευση χωρίς όφελος

Τον Οκτώβριο του 2016 έφτασαν στην Ελλάδα τα πρώτα τεχνικά κλιμάκια των θεσμών για να ξεκινήσει η δεύτερη κατά σειρά αξιολόγηση του έργου της Ελληνικής κυβέρνησης και να αποδεσμευτεί η επόμενη δόση του δανείου, σύμφωνα με το τρίτο μνημόνιο.
Καθώς οι μέρες περνούσαν και δεν υπήρχε λευκός καπνός εύκολα συμπέρανε κάποιος ότι η αξιολόγηση δεν θα κρινόταν θετική από τους θεσμούς. Αν αναλογιστούμε ότι η πρώτη αξιολόγηση μόλις είχε ολοκληρωθεί τον Ιούνιο του 2016, το ΤΑΙΠΕΔ είχε μείνει ακέφαλο για την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και η κυβέρνηση έτρεχε για να προλάβει να ψηφίσει τα απαραίτητα νομοσχέδια , ήταν αναμενόμενο να μην έχει να επιδείξει τίποτα προς την θετική κατεύθυνση στους θεσμούς. Συνεπώς από πολύ νωρίς, η αξιολόγηση μετατρέπετε σε  διαπραγμάτευση για νέα μέτρα.
Οι πρωθυπουργικές αυταπάτες
«Η αξιολόγηση θα κλείσει χωρίς νέα μέτρα…», είναι μία φράση που ο ίδιος ο Πρωθυπουργός κ. Τσίπρας ανακοίνωσε δημόσια στις 18 Ιανουαρίου 2017 και επιχειρηματολόγησε επί αυτής. Το ίδιο έκαναν και κορυφαίοι κυβερνητικοί παράγοντες όπως ενδεικτικά αναφέρουμε οι κ.κ. Τζανακόπουλος, Παππάς, Αχτσιόγλου, Φλαμπουράρης, Σπρίτζης, Παπανάτσιου και άλλοι. Ο μόνος όμως λόγος για να μην έπαιρνε η χώρα νέα μέτρα, θα ήταν εάν η κυβέρνηση τα είχε καταφέρει περίφημα σε όλους τους στόχους δημοσιονομικούς και μεταρρυθμιστικούς, το αντίθετο όμως, καθώς περνούσαν οι μέρες η αβεβαιότητα την οικονομία όλο και αυξανόταν, συνεπώς  εν γνώσει τους έλεγαν ψέματα στους Έλληνες πολίτες.
Επτά μήνες μετά την έναρξη της αξιολόγησης-διαπραγμάτευσης  και ενώ η Ελληνική κυβέρνηση είναι έτοιμη να νομοθετήσει τα νέα μέτρα ώστε στις 22 Μαϊου να επικυρωθεί επίσημα η συμφωνία από το Eurogroup, οι δηλώσεις του Ιανουαρίου από τον  πρωθυπουργό χαρακτηρίζονται επιεικώς «ατυχείς».
Η αποτυχία της διαπραγμάτευσης
Ενώ ήδη βρισκόμαστε στην εφαρμογή του τρίτου μνημονίου το οποίο ολοκληρώνεται  το καλοκαίρι του 2018, με έκπληξη διαβάσαμε ότι η Ελληνική κυβέρνηση  δεσμεύεται προς του θεσμούς με ιδιαίτερα απαιτητικούς στόχους έως και το 2021, δηλαδή έως και τρία χρόνια μετά την λήξη του τρέχοντος μνημονίου, πίνακας 1.
Συνεπώς αν δεν είναι ένα τέταρτο μνημόνιο συνεργασίας σίγουρα είναι επέκταση του τρίτου μνημονίου για άλλα τρία χρόνια. Η αποτυχία της διαπραγμάτευσης και ο εγκλωβισμός της κυβέρνησης, εν γνώσει της πλέον σε συνθήκες μνημονίου, είναι δεδομένη για τους λόγους που αναλύουμε παρακάτω:
• Εάν δεν επιτευχθούν οι συγκεκριμένοι στόχοι, είναι αναγκασμένη η τότε κυβέρνηση να εφαρμόσει μέτρα ύψους 4,5 δις ευρώ.
• Το αντίτιμο αυτών των μέτρων και η δέσμευση σε βάθος τετραετίας είναι μόνο για την αποδέσμευση των χρημάτων της δόσης του Ιουνίου  όπως είχε προγραμματιστεί στο  τρίτο μνημόνιο. Ουδεμία αναφορά, ούτε δέσμευση από τους θεσμούς δεν γίνεται στην νέα συμφωνία για τις χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας την περίοδο 2018-2021.
• Εάν η χώρα δεν μπορεί να δανειστεί το 2018 από τις διεθνείς αγορές, που είναι σχεδόν σίγουρο, τότε θα αναγκαστεί να ζητήσει ξανά να καλυφθεί το χρηματοδοτικό της κενό από τον ευρωπαϊκό ESM και τους θεσμούς, άρα νέες διαπραγματεύσεις και δεσμεύσεις για νέα πάλι μέτρα και φορολογία για την περίοδο 2018-2021.
• Με δεδομένο ότι η κυβέρνηση έχει αποτύχει στον τομέα ανάπτυξη, ύφεση το 2015, μηδενική ανάπτυξη το 2016 ενώ οι προβλέψεις για το 2017 γίνονται όλο και πιο απαισιόδοξες, από πού υπολογίζει ότι θα προκύψουν  τα  πλεονάσματα των επόμενων ετών;  Μάλλον, από την υπερφορολόγηση  όπως συνέβη και το 2016.
• Η πολύμηνη διαπραγμάτευση, όπως το γνώριζε πλέον πολύ καλά η κυβέρνηση, από μόνη της δημιουργεί συνθήκες οικονομικής αβεβαιότητας και στασιμότητας η οποία ευνοεί την ύφεση.
• Τα «αντίμετρα» τα οποία είναι γενικής φύσεως  δεν αφορούν αποκλειστικά τις φτωχότερες ομάδες, θα εφαρμοστούν μόνο μετά την έγκριση των θεσμών και την αυστηρή επίτευξη των στόχων. Δηλαδή παρά την προσπάθεια της χώρας, ακόμα κι αν υπάρχει μία μικρή απόκλιση από τους στόχους προς τα κάτω, η κυβέρνηση δεν θα έχει την δυνατότητα να διαχειριστεί ελεύθερα ούτε ένα μικρό μέρος από το κρατικό πλεόνασμα.
• Καμία επίσημη δέσμευση από τους θεσμούς για συζήτηση περί αναδιάρθρωσης του χρέους.
• Καμία δέσμευση από τους θεσμούς για την ένταξη των Ελληνικών ομολόγων στο Πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης QE.
Η αξιοπιστία της κυβέρνησης βγαίνει διπλά λαβωμένη από αυτή την διαπραγμάτευση αφού  δεν φάνηκε ικανή παρά το υψηλό πλεόνασμα που ανακοινώθηκε για το 2016, να πείσει τους θεσμούς ότι δεν χρειάζονται νέα μέτρα, αλλά ούτε και τους πολίτες για την αναγκαιότητα των συγκεκριμένων μέτρων.
Η διαπραγμάτευση για την αξιολόγηση έκλεισε όπως ακριβώς ξεκίνησε, με την ανάγκη να εφαρμοστούν στην χώρα μεταρρυθμίσεις που έχουν ήδη ψηφιστεί, να στηριχθούν και να διευκολυνθούν νέες επενδύσεις και να προχωρήσει με γοργούς ρυθμούς η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας.  Ο δρόμος για την Ελλάδα είναι ένας, να μπει σε τροχιά  πλεονασματικών προϋπολογισμών λόγω ανάπτυξης της οικονομίας της και όχι εξαιτίας μείωσης των συντάξεων των 800ευρώ και υψηλής φορολογίας.

*Ο Χάρης Παπαδάκης είναι Φυσικός Msc, Υπoψήφιος Διδάκτωρ Πολυτεχνείου Κρήτης, Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης, Σχολή Μηχανικών Παραγωγής και Διοίκησης


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα