Ενα ακόμα επεισόδιο του ελληνικού σίριαλ των δόσεων εκτυλίχθηκε τις τελευταίες ημέρες με τους πρωταγωνιστές να δηλώνουν σε δραματικό τόνο ότι πρέπει να επιλέξουμε τις χειρότερες μέρες για να αποφύγουμε τις χείριστες.
Το βέβαιο είναι πως, ανεξάρτητα από την έκβαση των κατ’ ευφημισμόν διαπραγματεύσεων, η κυβέρνηση Παπαδήμου έχασε οριστικά τον επικοινωνιακό μανδύα της τεχνοκρατικής ουδετερότητας που της είχαν φορέσει όταν προκρίθηκε ως λύση από τα κόμματα που τη στηρίζουν.
Η πολιτική άλλωστε είναι γνωστό ότι δεν είναι μαθηματικά, οι ανθρώπινες κοινωνίες δεν είναι τραπεζικοί οργανισμοί και οι πολίτες δεν είναι στατιστικά στοιχεία.
Γι’ αυτό και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα και οι όποιες απαντήσεις δίνονται σε αυτά δεν μπορούν να ειδωθούν ουδέτερα, γιατί απλούστατα δεν προκύπτουν ως φυσικές διεργασίες, αλλά ως πολιτικές επιλογές.
Από την άλλη, η φθορά της κυβέρνησης Παπαδήμου μπορεί μόνο σε κάποιο βαθμό να αποδοθεί στους κομματικούς τακτικισμούς των ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΛΑ.Ο.Σ., που ουσιαστικά την αντιμετωπίζουν ως εφαλτήριο για την επόμενη ημέρα.
Αυτό που κυρίως την υποσκάπτει είναι οι ίδιες οι πολιτικές αποφάσεις της από τις οποίες κρίνεται και οποιαδήποτε κυβέρνηση.
Αποφάσεις οι οποίες όσο θα προσανατολίζονται με πυξίδα την τρόικα, επιδιώκοντας να επαληθεύσουν τις απατηλές εξισώσεις των μνημονίων που ζητούν επιπλέον έσοδα από όσους δεν έχουν τα στοιχειώδη και πρόσθετα μέτρα για εκείνους που δεν αντέχουν άλλα, τόσο θα βρίσκουν απέναντί τους την αποδοκιμασία της κοινωνίας.
Σε καμία δημοκρατία άλλωστε η μίνιμουμ κοινωνική αποδοχή που έχει ανάγκη μια κυβέρνηση δεν μπορεί να βασιστεί σε εκβιαστικά διλήμματα.
Ακόμα και αν η κυβέρνηση αυτή έχει εσκεμμένα, αλλά ανεπιτυχώς, επιχειρήσει να ξορκίσει τον πολιτικό της εαυτό…
ΔΗΜ. ΜΑΡ.