Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΤΩΝΙΑ ΜΠΟΤΟΝΑΚΗ

´Γράφω σημαίνει βάζω σε τάξη το σύμπαν. Και το σύμπαν του μυαλού μου και το σύμπαν του μικρόκοσμού μου, αλλά και -κατά έναν περίεργο τρόπο- αισθάνομαι ότι έτσι μπαίνει σε μια τάξη και ολόκληρος ο κόσμος. Η γραφή σε βοηθάει να υπάρξεις, να ζήσεις´.
Η Χανιώτισσα Αντωνία Μποτονάκη με το βιβλίο της ´Ασ´ το κι ας αποθάνει ή Το νεραγδαλλαγμένο´, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις ´Ιβίσκος´, φέρνει στην επιφάνεια το σκοτεινό πρόσωπο της Κρήτης. Ένα πρόσωπο που έχει χαραχθεί από το αίμα, τις βεντέτες, τη φτώχεια, τον κατατρεγμό, αλλά και τα καλά κρυμμένα μυστικά. Παράλληλα, όμως, φέρνει στην επιφάνεια και την ιστορία της μικρής Αντιγόνης. Μια προσωπική ιστορία μεταμόρφωσης, σ´ ένα ταξίδι από το σκοτάδι στο φως…

Οι «Διαδρομές» συνάντησαν τη νέα συγγραφέα λίγο πριν την παρουσίαση του βιβλίου της στα Χανιά. Και μίλησαν μαζί της για τη «νεραγδαλλαμένη» ηρωίδα της, τη γραφή, τη στέρηση που μετατράπηκε σε δημιουργία, αλλά και τους εφιάλτες που πρέπει κανείς να τους λούζει με φως…  

– Το βιβλίο σας περιέχει -όπως αναφέρετε- αυτοβιογραφικά στοιχεία. Φαντάζομαι ότι δεν είναι καθόλου εύκολο να αντλεί κανείς από προσωπικά τραυματικά βιώματα…
Στην Κρήτη, την ορεινή Κρήτη και ειδικότερα το Σέλινο υπάρχει η σιωπή και το κρυμμένο. Για όλα, λοιπόν, έλεγαν «κατέω ´γω, δεν κατέω». Άρα λοιπόν από παιδί αρχίζεις να φτιάχνεις σιγά – σιγά προσθήκες με τη φαντασία σου γιατί δεν μπορείς να υπάρξεις αν δεν συμπληρώσεις το παζλ. Πιστεύω όμως ότι είτε είναι κάτι απόλυτα αλήθεια είτε το έχεις φαντασιωθεί είναι το ίδιο αυτοβιογραφικό, γιατί αν μεγαλώνεις με μια φαντασίωση και κάθε μέρα τη φτιάχνεις και την ξαναφτιάχνεις στο μυαλό σου αυτό είναι το ίδιο αληθινό με την πραγματικότητα. Τώρα γι´ αυτό που ρωτάς, ναι είναι δύσκολο. Είναι δύσκολο να εξομολογηθείς πράγματα που δεν έχεις τολμήσει ποτέ να τα πεις γιατί ντρέπεσαι, γιατί μεγάλωσες και έμαθες να τα θεωρείς στίγμα. Εάν όμως καταλάβεις ότι το στίγμα ήταν δώρο και μπορείς σαν δώρο να το προσφέρεις και στις επόμενες γενιές τότε αυτή είναι μια ευλογημένη ώρα. Ο Γιάννης Μαρκάκης, ο διευθυντής του Μουσείου «Λυχνοστάτης» στην παρουσίαση του βιβλίου είπε ότι «οι ήρωες της Αντωνίας Μποτονάκη είναι ένα σκοτεινό άγημα νεκρών που γυρεύουν δικαίωση και αλήθεια». Επομένως, είναι απόλυτα λυτρωτικό. Δύσκολο, αλλά απόλυτα λυτρωτικό.

– Η διφορούμενη φράση «Το νεραγδαλλαγμένο» σκιαγραφεί πολύ πυκνά την πρωταγωνίστριά σας. Πώς θα τη συστήνατε διαφορετικά;  
Αυτή η λέξη ήταν ένας τρόπος για να εξηγήσει η μητέρα της ηρωίδας τη διαφορετικότητα. Είτε αυτό έχει να κάνει με την όψη είτε με συμπεριφορά. Είναι διφορούμενη η σημασία της λέξης, αλλά για εμένα ήταν ευλογία. Γιατί αυτό μου έδινε ελευθερία να μην επαναλάβω την ιστορία της οικογένειας. Επομένως, αυτό σημαίνει ότι το κορίτσι ήταν αλλιώτικο, από αλλού φερμένο όπως λέει και ο ποιητής. Θα μπορούσα να πω ότι η ιστορία της μοιάζει με τα ψυχάρια που θέλουν να γίνουν πεταλούδες. Αυτό ήταν η μικρή Αντιγόνη. Ένα σκουλήκι ή ένα ψυχάρι που βγαίνει στο φως.

– Τι καθόρισε το μερίδιο της μυθοπλασίας;
Το βιβλίο το είχα τελειώσει πριν από δύο χρόνια. Κάποια στιγμή το έδειξα στον Στρατή Χαβιαρά, ο οποίος ήταν για πολλά χρόνια καθηγητής στο Χάρβαντ διδάσκοντας παγκόσμια λογοτεχνία. Όταν το διάβασε με ρώτησε «πως είναι δυνατόν να έζησε αυτή η ηρωίδα, δεν μπορεί να έζησε» και ανέφερε ότι πρέπει να καταλάβει ο αναγνώστης γιατί έζησε. Οπότε μετά κράτησα τις 120 από τις 300 σελίδες και άρχισα να κάνω μυθοπλασία. Η μυθοπλασία για εμένα είναι μια διόρθωση της πραγματικότητας. Κάνεις πράγματα που θα ήθελες να είχαν γίνει και μάλιστα τα κάνεις αναίμακτα. Από εκεί και πέρα η μυθοπλασία εξυπηρετεί πράγματα μέσα στην ιστορία. Για παράδειγμα ό,τι βάζω να σκοτώνεται ο Λευτέρης στο δικαστήριο είναι γιατί κατ’ αρχήν έτσι γίνονται οι φόνοι στις βεντέτες, δηλαδή τη δικαιοσύνη δεν θα την απονείμει η έδρα αλλά οι συγγενείς του θύματος. Επιπλέον, με αυτό το μυθοπλαστικό κομμάτι μπόρεσα να καταστήσω όλους τους αναγνώστες ενόρκους και να αναγκαστούν να βγάλουν απόφαση που δεν τη βγάζει το δικαστήριο αλλά ο αναγνώστης…

– Η αφορμή για να γράψετε το βιβλίο;
Έχω κάνει πάρα πολλά πράγματα στη ζωή μου και όλη αυτή την πορεία τη συνόδευσαν τα βιβλία. Η «νεραγδαλλαγή» έγινε άλλωστε στη Δημοτική Βιβλιοθήκη. Έγραφα από πολύ μικρή…

– Κείμενα που κατέληγαν στα συρτάρια όμως…
Όχι στα συρτάρια, στα σκουπίδια! Δεν πίστευα ποτέ ότι αυτά θα μπορούσαν να αφορούν κανέναν άλλο παρά μόνο εμένα. Πριν λοιπόν από 3,5 χρόνια πήγα σε ένα τμήμα δημιουργικής γραφής για 3 μήνες. Εκεί ένας από τους συμμαθητές μου έκανε ένα σχόλιο το οποίο ήταν αρκετό για να με κάνει να μην ξαναπετάξω τίποτα. Είπε λοιπόν ότι «όταν η Αντωνία διαβάζει τα κείμενά της αισθάνομαι σαν να μπήκα στο τρενάκι του τρόμου. Κάθε φορά ορκίζομαι ότι δεν θα ξαναμπώ και μόλις κατεβαίνω αγοράζω πάλι εισιτήριο». Τότε αποφάσισα να μην ξαναπετάξω τίποτα. Έτσι βγήκε το μυθιστόρημα, ενώ τώρα σχεδόν ολοκληρώνω μια ποιητική συλλογή και έχω ξεκινήσει και το επόμενο μυθιστόρημα.

– Λένε κάποιοι ότι η Τέχνη και η λογοτεχνία, εκτός των άλλων, είναι και θεραπευτικές. Για εσάς τι σημαίνει «γράφω»;   
Γράφω σημαίνει βάζω σε τάξη το σύμπαν. Και το σύμπαν του μυαλού μου και το σύμπαν του μικρόκοσμού μου, αλλά και -κατά ένα περίεργο τρόπο- αισθάνομαι ότι έτσι μπαίνει σε μια τάξη και ολόκληρος ο κόσμος. Επίσης, αυτό που αισθανόμουν κι εγώ τόσα χρόνια με τα βιβλία -και ελπίζω να το αισθανθούν και οι αναγνώστες μου- είναι ότι η γραφή σε βοηθάει να υπάρξεις και να ζήσεις. Όχι μόνο όταν γράφεις αλλά και όταν διαβάζεις.

– Μου έκανε εντύπωση στην αφιέρωσή σας η φράση «είμαι ευγνώμων για ό,τι στερήθηκα». Τι μας «σφραγίζει» περισσότερο αυτό που έχουμε ή αυτό δεν έχουμε;
Το βιβλίο αναφέρει και την ψυχανάλυση και στην ψυχανάλυση έμαθα και το έμαθα πάρα πολύ καλά ότι μόνο η στέρηση γεννά επιθυμία. Αν δεν στερηθείς κάτι δεν θα το επιθυμήσεις ποτέ. Επομένως, είμαι ευγνώμων για ό,τι στερήθηκα γιατί αυτό με έκανε να επιθυμώ, να επιθυμώ πράγματα και καταστάσεις, σχέσεις. Να επιθυμώ να αλλάξω τον εαυτό μου, τον κόσμο. Να επιθυμώ να ομορφύνω τον κόσμο και πιστεύω ότι αυτό το κάνω με τη γραφή…

– Η στέρηση αφήνει δηλαδή τη θέση της στο όνειρο και τη γραφή…
Η στέρηση παύει να υπάρχει. Για παράδειγμα στο Μουσείο στο «Λυχνοστάτη» είδα ότι είχαν μαζέψει από την παραλία της Χερσονήσου άπειρα σκουπίδια. Παντόφλες, ντενεκέδες χαρτιά, ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς και είχαν φτιάξει το πιο όμορφο ουράνιο τόξο που έχω δει ποτέ. Επομένως, τα σκουπίδια αν τα κάνεις τέχνη όχι μόνο δεν είναι σκουπίδια αλλά είναι πολύτιμα υλικά. Άρα είμαι ευγνώμων για ό,τι στερήθηκα γιατί χωρίς αυτό δεν θα είχα βγει στον δρόμο της γραφής.

– Ως νέα συγγραφέας πιστεύετε ότι οι λέξεις αντέχουν να περιγράψουν την πραγματικότητα;
Μερικές φορές τα καταφέρνουν και καλύτερα. Οι λέξεις σημαίνουν και αν τις αντιμετωπίζεις ως σημαινόμενα υπάρχει ένας απίστευτος πλούτος…

– Θεωρώ σημαντικό που στη σύγχρονη λογοτεχνία η ντοπιολαλιά επιστρέφει κάτι που κάποτε μπορεί να χαρακτηρίζονταν επαρχιωτισμός…
Πιστεύω ότι ποτέ δεν θα μεταφέρω τη δράση των ηρώων μου πουθενά αλλού παρά μόνο στην Κρήτη όχι μόνο λόγω της ντοπιολαλιάς αλλά και για τον τρόπο που αντιλαμβάνονται ο άνθρωπος της Κρήτης τον κόσμο των λέξεων και τον πως τον χρησιμοποιεί. Χθες όταν ρώτησα τη μάνα μου για ένα άγαλμα μου είπε ότι αυτός είχε στη χέρα του το λιόκουρνο. Έμαθα λοιπόν ότι είναι το κέρας του φιδιού το οποίο περιείχε μια ουσία που έγιανε τον άρρωστο. Αυτό κρατάει από την εποχή του Ασκληπιού και του Ιπποκράτη υπάρχει στο σήμα της ιατρικής. Άρα αν χάσεις την ντοπιολαλιά χάνεις πλούτο και πληροφορίες που δεν μπορείς να τις ανακτήσεις. Πώς αλλιώς θα το έλεγε κανείς το λιόκουρνο;

– Ένα σχόλιο που ακούσατε για το βιβλίο σας που σας έχει μείνει…
Συνήθως αυτό που ακούω -και με νευριάζει- αφορά το αυτοβιογραφικό κομμάτι. Μου λένε για παράδειγμα «γιατί τονε σκότωσες τον πατέρα σου;» και τους απαντώ «μα δεν είναι ο πατέρας μου αλλά ο Λευτέρης» και εκείνοι επιμένουν «μα γιάντα τον σκότωσες ή τον έκανες φονιά». Αν είχα γεννηθεί κάπου αλλού θα είχα γράψει άλλα πράγματα. Δεν είναι όμως δυνατόν να γεννηθώ στη Δυτική Κρήτη και να μην γράψω γι´ αυτά που έγραψα. Αυτά έχω στη βαλίτσα μου… Γενικώς πάντως ακούω πάρα πολλά πράγματα πολύ ενδιαφέροντα και οι κριτικές που έχουν γραφτεί μέχρι τώρα είναι καλές και ενδιαφέρουσες.

– Κάποιος θα μπορούσε να σας πει ότι μιλάτε για την Κρήτη φέρνοντας στην επιφάνεια το πιο σκοτεινό της πρόσωπο. Φαντάζομαι όμως ότι αυτό κρύβει και μια αγάπη, μια αποδοχή για ό,τι μπορεί να είναι αυτός ο τόπος και όχι μόνο για τα καλά του…
Ευχαριστώ για την ερώτηση γιατί πιστεύω ότι θα υπάρξουν πολλοί που μπορεί να θυμώσουν διαβάζοντας το βιβλίο. Όμως αν εμείς που είμαστε από εδώ αναδείξουμε τα σκοτεινά σημεία και τα απλώσουμε στο φως, τότε και οι άλλοι μπορούν να μας τα συγχωρέσουν αλλά και εμείς να τα αλλάξουμε. Όταν ήμουν παιδί και έλεγα στη μαμά μου ότι είδα ένα πολύ άσχημο όνειρο μου έλεγε: «πήγαινε στην αυλή κοίταξε τον ήλιο και πες του: όνειρο κακό είδα εγώ, καλό να μου το βγάλει ο θεός. Καλό και ευλογημένο στο Θεό παραδομένο». Το να τα βγάλεις λοιπόν όλα στο φως και τον ήλιο όχι μόνο δεν είναι προδοσία αλλά είναι αγάπη. Δείχνει επιθυμία να αλλάξεις».


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα