Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024

Τρέχουσα οικονομική συγκυρία και μελλοντικές εξελίξεις στις Συνεταιριστικές Τράπεζες

Γράφουν οι Καθηγητής Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης
Διευθυντής του Εργαστηρίου Συστημάτων Χρηματοοικονομικής Διοίκησης του Πολυτεχνείου Κρήτης.

Msc
Χρήστος Μ. Λεμονάκης
Υποψήφιος Διδάκτορας, μέλος του Εργαστηρίου Συστημάτων Χρηματοοικονομικής Διοίκησης του Πολυτεχνείου Κρήτης

1. Εισαγωγή – τρέχουσα κατάσταση
Η χώρα μας σήμερα αντιμετωπίζει μια πολύπλευρη και εξαιρετικά δύσκολη οικονομική κρίση, τα αίτια της οποίας δεν αντιμετωπίσθηκαν έγκαιρα, όταν οι εξελίξεις στη διεθνή  και την ελληνική οικονομία ήταν ευνοϊκές και το κόστος των προσαρμογών μικρότερο του σημερινού.
Το μεγάλο δημοσιονομικό  έλλειμμα και το χρέος ως αποτέλεσμα της μεγάλης αύξησης  των δαπανών και του μεγέθους του δημόσιου τομέα, σε συνδυασμό με το χαμηλό ποσοστό εγχώριας  αποταμίευσης και τη χαμηλή  ανταγωνιστικότητα  της οικονομίας επηρεάζουν την οικονομία καταλυτικά. Η αύξηση του κόστους χρήματος, η δυσκολία στην εξεύρεση ρευστών διαθεσίμων σε συνδυασμό με τις δυσκαμψίες στη λειτουργία της αγοράς, που δημιουργούνται κυρίως από τις πιέσεις στα εισοδήματα, λόγω και της εφαρμογής του μνημονίου, αναδεικνύουν το σύνθετο και κρίσιμο για τη χώρα μας σκηνικό της τρέχουσας οικονομικής πραγματικότητας.
Τα Πιστωτικά Ιδρύματα (Π.Ι.) σήμερα λειτουργούν διαφορετικά σε σχέση με το 2009. Το πρόβλημα ρευστότητας στο ελληνικό -και όχι μόνο- τραπεζικό σύστημα παραμένει κυρίαρχο, παρά τη δέσμευση από μέρους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (Ε.Κ.Τ) να διατηρήσει ανοικτές τις κάνουλες της ρευστότητας για τα Π.Ι. μέχρι τις αρχές του 2011. Από την άλλη, ο αρνητικός ρυθμός πιστωτικής επέκτασης, ο οποίος προβλέπεται για το 2010 στο -2% σε σχέση με το 2009, σε συνδυασμό και με τα προβλήματα ρευστότητας στην αγορά δυσκολεύουν ολοένα και περισσότερο την κατάσταση στην πραγματική οικονομία. Εκτός της μειωμένης συνολικά ζήτησης για νέα δάνεια, καταγράφονται και δύο σημαντικά δεδομένα για τα Π.Ι., ήτοι: α) η άνοδος των επισφαλειών σε σχέση με τα κανονικώς εξυπηρετούμενα δάνεια και β) η προσφυγή μεγάλης μερίδας πιστούχων σε υποβολή αιτημάτων ρύθμισης των δανειακών τους οφειλών στα Π.Ι. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, τα Π.Ι. κινούνται στο εξής σε κατεύθυνση αποτελεσματικότερης και βιώσιμης διαχείρισης των ληξιπρόθεσμων οφειλών των πιστούχων-πελατών τους.
Σε αυτό το σύνθετο οικονομικό περιβάλλον δραστηριοποιούνται σήμερα δεκάξι Συνεταιριστικές Τράπεζες (Σ.Τ.), οι οποίες λειτουργούν συμπληρωματικά στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα, ενισχύοντας τη διαφορετικότητα των κοινωνιών σε τοπικό επίπεδο. Η τρέχουσα οικονομική συγκυρία, που χαρακτηρίζει το σύνολο του τραπεζικού συστήματος της χώρας, επηρεάζει αρνητικά τις τοπικές οικονομίες, οι οποίες ακολουθούν, άλλες σε μικρότερο και άλλες σε μεγαλύτερο βαθμό, τα μακροοικονομικά & μικροοικονομικά δεδομένα της χώρας μας. Παρά ταύτα, σύμφωνα με στοιχεία της Ένωσης Συνεταιριστικών Τραπεζών Ελλάδος (Ε.Σ.Τ.Ε.), στο πρώτο εξάμηνο του 2010 καταγράφεται αύξηση των Ιδίων Κεφαλαίων στο σύνολο των Σ.Τ. κατά 7,54%, σε σχέση με το αντίστοιχο του 2009, με την πιστωτική επέκταση να αυξάνεται κατά 10,53% προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις της περιφέρειας και τα νοικοκυριά, με παράλληλη ενίσχυση κατά 15,7% της κερδοφορίας (προ φόρων), που ανήλθε στα 28,8 εκ. ευρώ (πρώτο εξάμηνο 2010).  Παράλληλα, σημειώνεται μικρή υποχώρηση σε επίπεδο συνόλου Καταθέσεων και Ενεργητικού, κατά το ίδιο διάστημα, σε σχέση με τα επίπεδα της αντίστοιχης εξαμηνιαίας περιόδου του 2009, ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας.

2. Συνεταιριστικές Τράπεζες (Σ.Τ.): χαρακτηριστικά & οικονομικό περιβάλλον

Η  ελληνική περιφέρεια διαθέτει ιδιαίτερα τοπικά χαρακτηριστικά, τόσο σε σχέση με την οικονομική της ανάπτυξη, όσο και τη διαφορετικότητα στο επιχειρείν. Οι Σ.Τ. σε πανευρωπαϊκό επίπεδο αλλά και στη χώρα μας είναι παραδοσιακά «ισχυρές» στις τοπικές κοινωνίες και σε προϊόντα που εντάσσονται κυρίως στην κατηγορία της λιανικής τραπεζικής, τα οποία χαρακτηρίζονται από σταθερές αποδόσεις. Επιπλέον, λόγω της κεφαλαιακής τους βάσης σε συνδυασμό με το χαμηλό λειτουργικό τους κόστος, σε σχέση με τα εμπορικά Π.Ι., δεν επηρεάστηκαν από την κρίση των «subprime» δανείων (τοξικών δανείων), καθώς δεν έκαναν χρήση πολύπλοκων πιστωτικών προϊόντων, εμφανίζοντας έτσι περιορισμένες επιπτώσεις στα οικονομικά αποτελέσματά τους.
Η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), έχει θεσπίσει αυστηρότερους κανόνες για τις Σ.Τ.: α) με ελάχιστο επιτρεπτό όριο για το δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας το 10% έναντι 8% για τα εμπορικά Π.Ι., β) με τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα να μην υπερβαίνουν το 15% των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων του προηγούμενου τριμήνου, ενώ το αντίστοιχο όριο για τις εμπορικές τράπεζες ορίζεται στο 25%, καθώς επίσης και γ) το δανεισμό από τη διατραπεζική αγορά για τις Σ.Τ. να μην υπερβαίνει το 15% των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων τους.
Ωστόσο οι Σ.Τ. διαθέτουν χαρακτηριστικά, που παρέχουν διαφοροποίηση σε περιόδους κρίσης, όπως αυτή που βιώνουμε σήμερα. Ειδικότερα οι ελληνικές Σ.Τ.:

1.Διαθέτουν «γνώριμη» πελατειακή βάση: δραστηριοποιούνται εντός τοπικών κοινωνιών, ενώ δεν διαθέτουν παραρτήματα εκτός Ελλάδος. Γνωρίζουν καλά την πελατειακή τους βάση και είναι ευέλικτες στην παροχή πίστωσης, σε περιπτώσεις γνωστών αξιόχρεων πιστούχων, που λόγω των δεδομένων της τρέχουσας οικονομικής ύφεσης έχουν περιέλθει σε οικονομική δυσπραγία και δυσκολεύονται να αντλήσουν πίστωση από άλλα Π.Ι. Το συνεργατικό μοντέλο διαθέτει ικανοποιητικό εντοπισμό (screening) και αποτελεσματική ικανότητα παρακολούθησης της πελατειακής βάσης των Σ.Τ., κυρίως λόγω της ανεπτυγμένης γνώσης των πελατών τους (αρχή know-your-customer), ενισχύοντας την ουσιαστική εποπτεία του δανειακού τους χαρτοφυλακίου σε περιβάλλον οικονομικής κρίσης.

2.Κάνουν χρήση «παραδοσιακής» τραπεζικής: η παραδοσιακή τραπεζική, με αποφυγή σύνθετων χρηματοπιστωτικών προϊόντων, προσφέρει απλή διαχειριστική λειτουργία στην λιανική τραπεζική και εν γένει στη συνολική διαχείριση των Π.Ι. Αυτό επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι στην ηπειρωτική Ευρώπη, οι Σ.Τ. βασίζονται σχεδόν εξολοκλήρου στο παραδοσιακό τραπεζικό μοντέλο και στις μακροπρόθεσμες σχέσεις με τους πελάτες τους.

3.Διαθέτουν χαμηλό κόστος λειτουργίας: μικρότερο δίκτυο καταστημάτων και μικρότερη απαίτηση σε κόστη οργάνωσης, σε σχέση με τα «μεγάλα» Π.Ι. προδιαγράφουν:
i. χαμηλό λειτουργικό κόστος,
ii. λήψη πολύ γρήγορων αποφάσεων, με αποτέλεσμα ταχύτατη προσαρμογή στις νέες διαμορφούμενες συνθήκες της οικονομικής κρίσης,
iii. ταχύτατη αναπροσαρμογή των προϊόντων στις ανάγκες των πελατών – μελών τους,
iv. δυνατότητα των μελών τους να μπορούν ταυτόχρονα να είναι καταθέτες, μέτοχοι, δανειολήπτες και να έχουν λόγο στη διοίκηση της Σ.Τ.

4.Συνεργάζονται με συνεταιριστικούς φορείς και την τοπική αυτοδιοίκηση: ευκολότερη συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση (ΟΤΑ και Νομαρχίες), τα Επιμελητήρια, τους κατά τόπους Εμπορικούς Συλλόγους, τους Συνεταιριστικούς φορείς του Αγροτικού τομέα και όλους τους τοπικούς φορείς σε κοινές αναπτυξιακές πρωτοβουλίες. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η ίδρυση καταστημάτων σε χώρους των αγροτικών συνεταιρισμών και η συνύπαρξη με αυτούς, όπως και η αξιοποίηση κονδυλίων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.

5.Ιδρύουν καταστήματα σε απομακρυσμένες περιοχές: δραστηριοποίηση όχι μόνο στα περιφερειακά αστικά κέντρα, αλλά και σε μικρούς Δήμους και στις απομακρυσμένες περιοχές, καλύπτοντας τις ανάγκες των κατοίκων που δεν εξυπηρετούνται τοπικά από άλλες Τράπεζες, ενισχύοντας τις απομακρυσμένες από το κέντρο κοινωνίες.

6.Επανεπενδύουν στις τοπικές αγορές: στήριξη στις τοπικές οικονομίες, αφού τα κέρδη και τα διαθέσιμα των Σ.Τ. επενδύονται στην τοπική αγορά, συμβάλλοντας στη βελτίωση των συνθηκών τοπικής ανάπτυξης και ενίσχυσης της απασχόλησης.

7.Χαρακτηρίζονται από «υγιείς» δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας: ο μέσος όρος του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας των Σ.Τ. κινήθηκε κατά το έτος 2009 σταθερά σε ποσοστό άνω του 14% (με κατώτατο όριο το 10% για τις Σ.Τ.), γεγονός που φανερώνει την ύπαρξη «ισχυρών» εποπτικών κεφαλαίων έναντι του σταθμισμένου με βάση τον κίνδυνο ενεργητικού των Σ.Τ.
Από την άλλη, υπάρχουν ενδεχομένως και χαρακτηριστικά που χρήζουν βελτίωσης, σε σχέση με τη λειτουργία των Σ.Τ. σε περιβάλλον οικονομικής κρίσης. Ειδικότερα αναφέρουμε:
1. Τη συνεχή και αμέριστη υποστήριξη της πελατειακής τους βάσης: η εμπιστοσύνη της πελατειακής βάσης των Σ.Τ. παραμένει κυρίαρχο χαρακτηριστικό ενίσχυσης του συνεργατικού τους χαρακτήρα, χωρίς την ύπαρξη της οποίας δεν επιτυγχάνεται η διαφοροποίησή τους. Αυτό βέβαια δεν υπαγορεύει την υιοθέτηση αντιδεοντολογικών ή άλλων πρακτικών, στο βωμό της εξυπηρέτησης πελατών-μελών, που δεν συνάδουν με τις ενδεδειγμένες κατά περίπτωση τραπεζικές πρακτικές.

2.Την ύπαρξη διαφορών σε επίπεδο ανάπτυξης και συντονισμού: η εμφάνιση διαφορών μεταξύ των Σ.Τ. σε επίπεδο ανάπτυξης, συντονισμού και υποστήριξης κοινών δράσεων δημιουργεί προβλήματα έλλειψης ομοιομορφίας και ενιαίας αντιμετώπισης κοινών δράσεων.

3.Το περιορισμένο μέγεθος, η τοπική λειτουργία και η συναλλαγή κυρίως με μέλη: λειτουργούν σε ορισμένες περιπτώσεις ανασταλτικά στη δημιουργία οικονομιών κλίμακας και ρυθμών γρήγορης ανάπτυξης. Από την περίπτωση αυτή εξαιρούνται οι Σ.Τ. που έχουν υψηλά ποσοστά ανάπτυξης (π.χ.: Παγκρήτια Τράπεζα Συν. Π.Ε., Συνεταιριστική Τράπεζα Χανίων, κ.λ.π.).

4. Την ύπαρξη ασυμμετρίας στην πληροφόρηση: η έλλειψη κοινής, πλήρους και επικαιροποιημένης πληροφόρησης μεταξύ των Σ.Τ. (π.χ.: σε νομικά, διαδικαστικά, θέματα marketing, κ.λ.π. θέματα) δημιουργεί προβλήματα επικοινωνίας, εμφάνισης καθημερινών δυσκαμψιών στη λειτουργία τους και ενδεχομένως μη πλήρη αξιολόγηση καταστάσεων, λόγω πιθανής έλλειψης αντιπροσωπευτικής ενημέρωσης μεταξύ των συνεργαζόμενων μερών.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, με βάση και τα οικονομικά αποτελέσματα εξαμήνου 2010, είναι καταφανές ότι οι Σ.Τ. διαθέτουν κεφάλαια ικανά να χρηματοδοτήσουν αναπτυξιακές επενδύσεις των τοπικών οικονομιών, αλλά και πρόθεση να παρέχουν πίστωση σε ΜΜΕ και ιδιώτες, απαραίτητη σε περιόδους οικονομικής δυσκαμψίας της αγοράς όπως η σημερινή, γεγονός εκ προοιμίου ελπιδοφόρο για το μέλλον των τοπικών κοινωνιών.

3. Ανταπόκριση Σ.Τ. σε συνθήκες οικονομικής κρίσης
Οι ευρωπαϊκές Σ.Τ. έχουν αναλάβει πολλές πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση της ευρωπαϊκής οικονομικής κρίσης. Η μη προσαρμογή των πολιτικών και των χαρακτηριστικών διαχείρισης των Π.Ι., στην τρέχουσα οικονομική συγκυρία ισοδυναμεί με έλλειψη υπευθυνότητας και μη αντικειμενική αξιολόγηση από μέρους τους της κρισιμότητας της κατάστασης, κυρίως όπως διαμορφώνεται στην περίπτωση της χώρας μας. Μερικά από τα μέτρα που λαμβάνονται ειδικότερα από τις ευρωπαϊκές Σ.Τ., ως ανταπόκριση στα νέα δεδομένα της οικονομικής κρίσης που διαμορφώνονται είναι τα ακόλουθα:

1. Επαναξιολόγηση των λειτουργικών τους μονάδων, εκείνων που δεν ανταποκρίνονται στις τρέχουσες ανάγκες λειτουργίας τους.

2.Προγράμματα αύξησης μετοχικού κεφαλαίου σε περιπτώσεις Σ.Τ. που χρήζουν ενίσχυσης της ρευστότητάς τους, όπως η πρόσφατη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου της Αυστριακής Σ.Τ. RZB Banks κατά 1,75 δισ. ευρώ.

3.Χρηματοδότηση της νέας οικονομίας, που τοποθετεί τις Σ.Τ. σε ηγετικό ρόλο, αναφορικά με την ανάπτυξη βιώσιμων επενδυτικών σχεδίων της «πράσινης οικονομίας», γεγονός μείζον και για τη χώρα μας.

4.    Συνεχείς προσπάθειες για επίτευξη βιώσιμου κόστους λειτουργίας των Σ.Τ., με παράλληλη ενίσχυση της εποπτείας τους και του τομέα διαχείρισης κινδύνων.

5.Δέσμευση για ενίσχυση της κοινωνικής οικονομίας με όρους κοινωνικής ευθύνης και όχι αποκλειστική στόχευση στη διατήρηση κερδοφορίας και μόνο. Δράσεις της μορφής αυτής περιλαμβάνουν συμμετοχή σε προγράμματα καταπολέμησης της φτώχειας, υιοθέτησης νέων «έξυπνων» πρακτικών, με σκοπό τη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος, καθώς και τη διατήρηση και προστασία του περιβάλλοντος.
Πολλά από τα παραπάνω μέτρα εφαρμόζονται ήδη από ορισμένες ελληνικές Σ.Τ., έχοντας γίνει αντιληπτός ο καταλυτικός ρόλος της ανάπτυξης και της αποτελεσματικής διαχείρισής σε περιόδους οικονομικής ύφεσης. Στο παρελθόν οι Σ.Τ. χαρακτηρίζονταν -από ορισμένους κύκλους- ως το μοντέλο της «παραδοσιακής» τραπεζικής, ξεπερασμένης και ακατάλληλης για μια σύγχρονη οικονομία. Σήμερα όμως οι γνώμες έχουν αλλάξει. Εν προκειμένω, το επιχειρηματικό μοντέλο του συνεργατικών τραπεζών αποδεικνύει τη καίρια σημασία του για τις τοπικές και εθνικές οικονομίες, όπως και αυτήν της χώρας μας. Οι Σ.Τ. δύνανται να αποτελέσουν βασικό παίκτη στο τραπεζικό τοπίο που διαμορφώνεται, με την προϋπόθεση ότι: α) συνεχίζουν να χαίρουν της εμπιστοσύνης των μελών τους και β) λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες και τα χαρακτηριστικά των τοπικών κοινωνιών στο νέο οικονομικό περιβάλλον, προκρίνοντας τη χρηματοδότηση επενδύσεων και έργων σε τομείς βιώσιμους για τη χώρα μας.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα